© 2008 - 2017


-

Archiv

Blogger news

Blogger templates

 

+

Umblättern

Kategorien

 

The advantage of isolated life

You give me the pleasure of your eyes, face, flesh, as we pass,
you take of my beard, breast, hands, in return,
I am not to speak to you, I am to think of you when I sit alone or
wake at night alone.
W.W.







---

My nights are quiet.

Multikulti (γειτονικό συνημίτονο)

Die E. liebt den Senegaler, ist ja klar. Deine Vergangenheit bleibt schweigsam, genau wie E. Ich sage auch nichts, aber du weißt. Was hab ich angetippt? Es war ein Spiel. Dauerte nur kurz. Nicht der Rede wert. So haben wir das Dreieck gut gelernt:  durch die Kulturen. Nun zeichnen wir's richtig.

Το σπίτι στη γωνία είναι να πουληθεί. Η γυναίκα που είναι τσουλοκώλι στο πλατύσκαλο πίσω απ'το πορτάκι της αυλής είναι η γυναίκα που θα φύγει για το μέλλον (δηλαδή το Ρουργκεμπίτ). Δίπλα της ξαπλώνει ένα μάλλινο πανί κι ένα μπουκάλι Γιέφα. Τα δέντρα της αυλής υπόσχονται πενήντα χρόνια σαπισμένα μήλα ακόμα. Είκοσι και μπορώ να μαρτυρήσω. Το χώμα είναι μελαχροινό σα λερωνιά στην άμμο. Δίνει η βροχή. Τα πράγματα ξεπλένονται προς άλμη. 

Τα παράθυρα είναι ανοιχτά κι η ζέστη σπρώχνεται έξω. Ένας γαλλονέγρος έσταξε απ'τη Σουηδία κι έφερε εξωτικά μαλλιά στα δυο παιδιά που βλέπω όταν φυσιούνται οι κεντητές κουρτίνες απ'το νοτιά να κυνηγιούνται στο αδειασμένο σπίτι. Η οικογένεια χτίστηκε στη σκανδιναβική αρχή αλλά η ιδέα είναι ίδια της Σενεγάλης.

Η γυναίκα που είναι τσουλοκώλι στο πλατύσκαλο είναι η Ε. κι έχει ωραία πόδια που σ'έχουνε πιο παλιά χορέψει. Το σπίτι της θα πουληθεί για ενάμισι εκατομμύριο. Το σβηστό αυτοκίνητο είναι σαν κουκούλι. Στη θέση του συνοδηγού ξαπλώνει ένα κασκώλ κι ένα μπουκάλι Γιέφα. Ζεσταίνω τα χέρια στο τιμόνι. Τι δουλειά είχες με την Ε.. Τι δουλειά είχα κι εγώ με-

Meeresstille und glückliche Fahrt

"Να με κρεμάσουν αν δεν ονειρεύομαι" είπε μια οικεία φωνή.
A. Pérez Reverte

There is no safe side but the side of truth

den ganzen Sommer hat Klaus eines langsamen Todes im Kanal gestorben
seine Nachbarn fischen da drüben
die Tochter von Thaddäus hat sich selbst unter den Storchennestern getötet
nachts ist es im Storchenpark sehr dunkel
trotz der Pflanzen kann ich noch die Straße vom Fenster sehen
aber hier ist nichts passiert, nicht daß ich wüßte, oder

I can wrap my hair around my dick
I have been shortsighted, steady, stubborn, predesigned
a joke with money on the side
standing is self-deceit

no confession can reveal the dirt of what has been
there is nothing to be done for those who suffer because they all do
are you remorseful for each one we condemned
funny because we did not

ο Κ. πέθαινε βουτηγμένος στο κανάλι όλο το καλοκαίρι
οι γείτονες του Κ. ψαρεύουν εκεί πέρα
η κόρη του Τ. αυτοκτόνησε κάτω απ'τις φωλιές των πελαργών
το βράδυ είναι πολύ σκοτεινά στο πάρκο με τις φωλιές
παρά τις πρασινάδες μπορώ ακόμα να δω το δρόμο απ'το παράθυρο
αλλά δε συνέβη τίποτα εδώ, όχι που να θυμάμαι

da capo

Shabbat, the day of rest

Keeping myself busy and away from sin
Keeping myself busy and away from sin
Keeping myself

So you're here, so what
So you're here, so what
So you're here, so what

GOD COUNTS HER TEARS, YOU FUCKING ...
GOD COUNTS HER TEARS, YOU FUCKING ...

Who she chose, right?
Who she chose, right.


+


Women with defiance at the temporal ends of their eyebrows make me trash myself
women close to God always carry some of his judgemental gaze
and some of his forgiveness when they think they cannot be seen, only then.

Show me a smile that blends in the darkness of your mouth
tell me how I spend too much time thinking about time: this makes me a fugitive
when I really spend too much time thinking about ways to leave
on Shabbat, the day of rest.


=


the
devil
is
beating
his
wife

fuck, he is

Grüntee auf einen Zug

Wovon redet er
ikör nix
halb so schlimmja
tratsch, tratsch
kranke Aussagen. Wenn man wertlos ist, Vergangenheit is gewichtslos
was hab ich getan? sgehört nicht hier her, wurde schneller als man kuckn kann getan
wurde nie gemacht, Jut-ta. Es geht / so los.

Eh






When the silk dresses foam on the screen,
her honey tears glue her hair on the sides of her face
it crushes my knees

x

when she tauts the belt around my
I lose the sight of her and drip
it hurts her more than when

x

he does it better with bare hands
the innocent glimpse at what has been
pairs of eyes pairs of words

=

they're loving a lost bet
so I try to be sorry. I'm never
shuffling the cards, hoping our luck would turn
it never


eh





Gelobt sei Gott

Die Fenster strahlen Kälte aus
seine Hände dunsten wenn er rausgeht. Klar kann ich nicht sehen, aber er ist noch derselbe, gelobt sei Gott.

Εξομολογήσου, γιατί όλοι οι καταδικασμένοι σε θάνατο εξομολογούνται

Το στόμα μου πληγιάζει δυο βδομάδες τη φορά, μέσα στο σάρκινο σκοτάδι δε φαίνονται εύκολα τα έλκη μα μπορείς πάντα να τα πιάσεις με τη γλώσσα. Η κιρκάδια αλλαγή ρίχνει μια βαρδουλιά την ώρα που χαράζει κι αρκεί για το ξύπνημα της νέας εποχής. Το εγερτήριο είναι πέρασμα, το ρεύμα απ'το νερό, η λάμα από το αίμα
η προσευχή υστερική και λίγη. Δε βρίσκω τα γυαλιά μα ο κυνισμός του Ταλμούδ διαβάζεται κι απ'τους συμβλεφαρικούς, δεν έχω να με δικαιολογήσω.
Κάποτε μια αμαρτία ροδινή μ'έβλεπε με οξεία παρθενία 

η ηθική* σα χέλι βρήκε λαβή να της γλιστρήσει
βρώμικες ταχτικές κι ένας αόρατος ιππέας 
καβάλα ανάμεσα σε πόδια ανίδωτου μαρμάρου τουρκικού
αν ήταν ποτέ δυνατό να χύνει το αβλεπές
ολόκεντρα στο σώμα των αρχαίων πετρωμάτων.






*σε τα-μας

Welches andere, Vasudeva?

Τα φώτα των αραιών σπιτιών σκεδάζονται και μοιάζουν
με ανοιχτές βεντάλιες στην ομίχλη
απ'το βάθος έρχεται αλμυρό σκοτάδι
η λάσπη που χωνεύει βρίσκει στην άπνοια και κρεμιέται
πάνω απ'όλα το νησί

σαν τα ρούχα μου να ποτίζονται απ'την ερημιά
κι όλο μου φαίνονται βρεγμένα κι όλο δε στεγνώνουνε ποτέ
σαν οι ρόδες να κυλάνε ζεστές και μαστιχένιες
στα πλαϊνά του δρόμου

όλες μου οι βόλτες είναι βαμμένες με θανάτους που προσμέναμε
μισοδούλια, με τις αμαρτίες ασυγχώρητες, τρεις ώρες κάτω
τρεις πάνω για να συλλογιστώ
πώς καραδοκούνε κι άλλοι, κι άλλοι, κι άλλοι
πώς με βλέπεις μες απ'τη θάλπη των ζυγωματικών σου

μισόν εδώ, μισόν εκεί κι όλον χωμένο στη χασούρα
τα πράγματα δεν είναι παρά ψευδαισθητικά
τώρα που βρέθηκε και το νησί, πάνω απ'όλα το νησί, περίκλειστο
κι η θάλασσα έπαψε να παρηγορεί



was im Kopf geht wieder schief
egal
THE LAND IS SEPARATION

Goor ej

20+20
20+20 χαστούκια σε ξάσπρες παρειές

wie
was kann ik mit
zwei linken Händen mit lauter Daumn dran
was kann ik tun hä

weißtu
woran ik Frojde habe
LOHN
fast gleich
LØN

τα βιβλία
η άδεια γλάστρα
η μεταξοτυπία
το γυάλινο ποτήρι
οι βελόνες...
οι βελόνες του πλεξίματος που έχουν 18 χρόνια να πιαστούν
τα μαξιλάρια, το πουκάμισο, τα χαρτιά στρωμένα για τους 40 κλέφτες, η μικρή κουβέρτα
οι ανάσες καίγονται όπως η ζάχαρη

τα γόνατα
τα ακρώμια
τα μεσοπλεύρια για να βλέπεις που μετράς

Wir setzen uns mit Tränen nieder
die Herbstage, vergangene Tage
die Glück, sie geht ja voorbei
sprachlos vor Scham da hast du Haus und Hof verloren

why do
do anything at all

I. Assos

Il y a des hommes mourants, d'autres qui attendent une échéance, et qui voudraient que ce ne soit jamais demain. Il y en a d’autres pour qui demain pointera comme un remords. D’autres qui sont fatigués, et cette nuit ne sera jamais assez longue pour leur donner tout le repos qu’il faudrait. Et moi, moi qui ai perdu ma journée, de quel droit est-ce que j’ose appeler demain?

Alain-Fournier

III. che

Πίσω απ'τα φύλλα του ασημιού φαίνεται η ακτή, ανάμεσα μεσολαβούνε σκαμμένα και με λάσπη τα παρτέρια. Βάζω μπρος για τον αναπτήρα, όχι που με ηρεμεί το ρελαντί, έχω τα σπίρτα στο σακάκι. Πέπλο από στάλες της βροχής και τζάμι με τη γαλλική επιγραφή, πίσω από κει και αγρυπνημένος σε φαντάζομαι μες στο δωμάτιο όπως σ'έχω αφήσει. Η μούχλα στο ταβάνι είναι βλεφαρίδες φερτές της Μεσογείου. Το μπαλκόνι πατάει βρώμικο πάνω στη λαμαρίνα, στέγαστρο για τους Ολλανδούς που παίρνουν πρωινό. Τα χείλια μου κουβαλάνε σκίσιμο που έγινε και ξανάγινε πριν θρέψει το παλιό, στο άλσος μιας άλλης περιοχής, μιας μεγάλης πόλης, τι θα ερχότανε πριν, τι μετά, το κυπαρισσί μικρό, εσύ κι οι ενοχές σου στο τιμόνι, εγώ να σου βάζω τετάρτη στα ισιάδια, η ακαταστασία των ρευμάτων, ο φαύλος ύπνος κάτω απ'την τηλεόραση που παίζει. Τι ψάχνω κι αφήνω το σπίτι σκοτεινό για τον ξενώνα, δε θα μιλήσουμε πολύ, μονάχα για την ξενοδόχα, χήρα του ναυτικού, που με ξέρει από παιδί. Αφήνω ένα σπίρτο να καεί μέχρι τα δάχτυλά μου. Ένας που θα μπορούσε να'ναι συνταξιούχος απ'το Ρουρ βγαίνει με το βρακί στο διπλανό μπαλκόνι και παίρνει μέσα το βιβλίο με τα σταυρόλεξα. Κάποτε αναπολώ την πρώτη ηθική νεκρά στην κατηφόρα, όλων των κυπαρισσιών τους λείπεται το στροφόμετρο που το'χουν για ρολόι, κι έκανε τη δουλειά που τώρα συνεχίζεις ως καθαρή πορεία. Το νησί μπορείς να το γυρίσεις σε δυο ώρες περιμετρικά, η θάλασσα που νομίζεις πως σε κρύβει περπατιέται και τα βήματα χώνονται βαθιά και μένουν ως να γεμίσει η παλίρροια, δε μ'ένοιαξε ποτέ να σου την εξηγήσω, όταν οι ώσεις φωτίζουν τις δεύτερες, τρίτες διακλαδώσεις, δε σκέφτομαι αν θα ζήσω για να'ρθει η επομένη, σκέφτομαι τη σταγόνα μου από γη που υποχωρεί κι υποχωρώ μαζί. Η πλάτη μιας γυναίκας σαν παιδιού στον καθρέφτη που έχει σταχτεί από φτέρνισμα προηγούμενου ενοίκου, τόσο μεγάλο έστησες έγκλημα να φανεί, οι πατούσες μου η καθεμιά σ'ένα πλακάκι, du bist geisteskrank, du bist geisteskrank, Gott, wie krank bist du, λόγια του αέρα, ήμουν σα να'χα αναδυθεί από ένα βαρέλι γάλα, ίσως και να'χεις δίκιο, καθισμένος πλαγιαστά στη θέση του οδηγού είμαι το ίδιο άρρωστος με εχθές, ή περισσότερο που αμετανόητος θα σ'έβαζα να με πνίξεις κι άλλη κι άλλη φορά για να βλέπω το φόβο σου αναποφάσιστο με γέλιο να θολώνει και να σκοτεινιάζει εμπρός μου, da sei Gott vor, ο μικρός παπάς που τρελαινότανε για τέτοια σε πήρε να σταθείς κάτω απ'το βιτρώ που έγραφε τα σημεία στο χάρτη από δέρμα και σου χάρισε την πλεκτάνη, δεν έμαθες ποτέ ποια με όμοια πλάτη φορτώθηκε τη δική σου τιμωρία, δε θα σου πω εγώ.