© 2008 - 2017


-

Archiv

Blogger news

Blogger templates

 

+

Umblättern

Kategorien

 

B L Å M E J S E

Οι ομίχλες σέρνονται απ'τη θάλασσα
η λάσπη, τα φύκια, τα πετρέλαια
η γκρίζα πόλη στο μέτωπο
στρατός σακάτης των λιμενεργατών

η άσφαλτος καθρέφτης καθρεφτίζει
τις άσχημές τους μούρες
τις αποθήκες, το απάγκιο τους
και τους σωλήνες τους για φλέβες

σε βλέπω ανάμεσα στα γυμνά κλαδιά
θα πέθαινα εδώ σαν λιποτάχτης
δυο ώρες όλες κι όλες απ'το νησί
αν δεν ήταν τα μάτια σου ο λύχνος το κορμί σου

μια χούφτα σκάγια ένας κουβάς σιωπή
κρυψώνα και υπομονή, αγία υπομονή
ό,τι χάνεται χάνεται απ'τον κόσμο αλλά ποτέ, ποτέ απ'την καρδιά
όταν ρίχνεις τα χαρτιά να'σαι έτοιμος για όλα

μικρά φτερά, παιδί του Κηλαϊδίτη
η νύχτα είναι ρηχή
το αίμα παγωμένο
σε βλέπω. Αρκεί.

Δεν πάει ο θάνατος να κρατάει σφιχτό γκέμι
δεν πάει να μας σκίζει η στομίδα
εγώ είμαι εδώ, για σένα
χρισμένος δούλος και βασιλιάς

να κάνω ό,τι χρειαστεί
τα πάντα για τη θεραπεία της μοναξιάς.

Ο δύτης κορεσμού

02.2023

Η Ναντίν είναι γενική χειρουργός. Γεννήθηκε το χειμώνα του '91. Έμαθε να δένει απολινώσεις πριν μπει στην εφηβεία αλλά δυσκολευόταν να διαβάσει, τέταρτη γενιά γιατρών εκατέρωθεν, κάτι από ταπεινά ξεκινήματα και κάτι από υψηλές προσδοκίες. Δουλεύει στο νοσοκομείο, που προς ικανοποίησή της πρόσφατα έγινε πανεπιστημιακό, κι έτσι μπορεί και πάλι να τραμπουκίζει φοιτητές. Είναι το νεότερο πρώτο χέρι στον ημιώροφο. Στον ελεύθερό της χρόνο θα μπορούσε να πηγαίνει για γκολφ με τους γναθοχειρουργούς από το κτίριο δέλτα, αλλά έχει εμμονή με τις ελεύθερες καταδύσεις.

Ο Τόρμπεν είναι δύτης κορεσμού. Γεννήθηκε το καλοκαίρι του '78. Γιος κτηνοτρόφων χωρίς κεφάλαιο, μεγάλωσε σε φάρμα με ασπρόμαυρες αγελάδες, σπούδασε μεταλλουργός. Δούλευε οφφσόρ, όπως πολλοί στην περιοχή. Έκανε ερασιτεχνικές καταδύσεις από παιδί, αλλά η έμπνευση να τις μετατρέψει σε καριέρα τον βρήκε πολύ αργότερα, στα τριάντα οχτώ. Πήρε δάνειο και πήγε στην Αγγλία για επίσημη εκπαίδευση, επιδέξιος και με ανθεκτικό σώμα αποδείχτηκε ιδανικός για το επάγγελμα, έκανε κονέδες και τώρα δουλεύει συμβόλαια οφφσόρ, αλλά από την κάτω μεριά, στις υποβρύχιες μεταλλουργικές εργασίες. Μια μέρα ξεπλήρωσε το δάνειο αιφνιδίως, σαν να τα είχε καταφέρει με εκείνο το ριφιφί που κατάστρωνε τους μήνες που ήταν φυλακή.

Ο Φάμπιαν είναι ο παντογνώστης αφηγητής. Γεννήθηκε το χειμώνα του '87. Μοναχοπαίδι που οι γονείς του προόριζαν για μουσικό, πήρε δίπλωμα πιάνου και μετά τις απολυτήριες εξετάσεις δεν έπαιξε ποτέ ξανά έξω από την ασφάλεια του σπιτιού του. Περιφέρθηκε από χειρουργική σε παθολογία και τελικά υποεξειδικεύτηκε στην υπερβαρική και ναυτιλιακή ιατρική. Τώρα η δουλειά του Φάμπιαν είναι να είναι σε επιφυλακή. Κάποιες μέρες στο νοσοκομείο, κάποιες οφφσόρ, κάπου ανάμεσα στη Ναντίν και τον Τόρμπεν, όπως και στην προκείμενη ιστορία.
 
Το Κλαμπ Αίγκιρ έχει νοικιάσει την αίθουσα του ενδιάμεσου κόστους, για διοργανώσεις μέτριων προδιαγραφών. Μια μπάντα χωρίς όνομα παίζει τζαζ του κώλου. Γκαλά, αλκοόλ αντ λίμπιτουμ, δείπνο με τέσσερα πιάτα, κουίζ και παιχνίδια για μεγάλους, έτσι γράφει η πρόσκληση. Το Κλαμπ Αίγκιρ είναι ο παλιότερος από τους δυο καταδυτικούς συλλόγους της περιοχής, λειτουργεί από τη δεκαετία του '60. Κάθε μέλος δικαιούται να φέρει και έναν συνοδό, έτσι ήρθε κι ο Φάμπιαν αξεσουάρ στο βραχίονα της Ναντίν.

Ένα νούμερο στην πρόσκληση που αντιστοιχεί στο τραπέζι δίπλα στην έξοδο που βγάζει στο κλιμακοστάσιο για την αυλή της αρένας. Το τραπέζι είναι σκεπασμένο με άσπρο σεντόνι όπως στους γάμους. Η Ναντίν, το κορίτσι, η γυναίκα ανάμεσα στους άντρες σε μόνιμη βάση, στη δουλειά, στο σπίτι, στη διασκέδαση, μια κακέκτυπη Στρουμφίτα, μια νεράιδα από χώμα. Απ'το Σεπτέμβρη ως τώρα φρόντισε να εδραιώσει την παρουσία της, τη μάθανε γρήγορα στο Κλαμπ Αίγκιρ όπως και στο νοσοκομείο, η τυπική αντρική περιφρόνηση που μετατρέπεται στην τυπική αντρική αδυναμία. Το παραμύθι της γυναίκας που δεν είναι όπως οι άλλες. Ποιος κρίνει; Αφού όλοι είμαστε κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση της ίδιας στάχτης. Η αίθουσα είναι πνιγηρή με εκείνη τη βαριά ζέστη του συνωστισμού και της θέρμανσης. Τα μάγουλα της Ναντίν είναι ασυνήθιστα ροδαλά. Μιλάει ενθουσιωδώς με έναν κύριο χωρίς φρύδια ενώ η καλοντυμένη συνοδός του και ο Φάμπιαν κοιτάνε αμήχανα τα προκάτ ψωμάκια στο τραπέζι.

Όταν σερβίρεται το σικέ επιδόρπιο (λεμονομούς με φύλλα μέντας), περνάνε τέσσερεις πέντε άντρες από δίπλα καθ' οδόν για την έξοδο. Ένας απ'αυτούς βραδυπορεί. Εκεί σκαλώνει το γρανάζι. Το στρογγυλό μούτρο της Ναντίν είναι στραμμένο προς τη μεριά του διερχόμενου. Η συντροφιά βγαίνει έξω, αλλά ο ξένος ρίχνει ματιές πίσω απ'το τζάμι και η Ναντίν έμεινε σιωπηλή. Ο χρόνος κυλάει για όλους πλην των δυο γοητευμένων. Οι άντρες επιστρέφουν τυλιγμένοι σε ένα σύννεφο τσιγαρίλας και κολώνιας. Ο κύριος χωρις φρύδια είναι απασχολημένος με τη λεμονομούς της συνοδού του. Κανείς δε δίνει σημασία. Ο ξένος, τα ζωηρά του μάτια, το κατεργαραίικο μούτρο του κοριτσιού. Αυτός γέρνει το κεφάλι προς την έξοδο, κοντοστέκεται, αυτή γνέφει με μια υποψία ευθυμίας στα χείλη, το πράσινο φως. Τρακάρει στα γρήγορα ένα τσιγαράκι από τον κύριο χωρίς φρύδια και κατεβαίνει με τον ξένο έξω στις τσιμεντόπλακες. Πρόκειται για κάποιου τύπου αναμέτρηση. Στέκονται ο ένας απέναντι στον άλλον, ο ξένος είναι ψηλός με φαρδιά πλάτη, εντυπωσιακής κατασκευής, το κορίτσι στερεότυπο ακριβό άρωμα σε μικρό μπουκάλι αλλά με μια απείθεια στη στάση. Καπνίζουν έκαστος το τσιγάρο του ενώ ξέρουν αμφότεροι πως δεν πρέπει, και κοιτάζονται. Ο ξένος έχει μια ψαρή αραιή γενειάδα που αιωρείται γύρω απ'τη μούρη του σαν αχλή του νότιου ημισφαιρίου, το κορίτσι έχει μακριές βλεφαρίδες και ήπια ζυγωματικά, ο ξένος είναι κουρεμένος με την ψιλή, το κορίτσι έχει πλούσια μαλλιά αλλά είναι κρυμμένα σε εκείνο το χτένισμα που τα γυρίζει μέσα στον εαυτό τους στη βάση του κεφαλιού. Ο ξένος της χαμογελά και το κορίτσι του επιστρέφει την αβροφροσύνη. Αυτή η παράσταση παίζει σε ατέρμονη επανάληψη σε αλλεπάλληλα σύμπαντα, ο χορός των εντόμων την εποχή του ζευγαρώματος, εκείνες οι δυο μύγες που θα γαμηθούνε στο σαλόνι σου.

Προς το τέλος της βραδιάς η εορταστική διάθεση έχει ξεθυμάνει. Αυτοί που έχουν μείνει έχουν παραπιεί. Η Ναντίν ξεκουράζει τα πόδια της στην καρέκλα δίπλα της. Ο ξένος εμφανίζεται ξανά. -Θα μου επιτρέψεις; Τα πόδια κρύβονται κάτω απ'το τραπεζομάντηλο. Ο ξένος βολεύεται, βάζει τη μπύρα του στο τραπέζι, τα μάτια του αμετακίνητα. Κοιτάζει με θαρραλέα ειλικρίνεια. Συστήνεται και τείνει για χειραψία. Η πρόθεση μένει μετέωρη. Το κορίτσι του πιάνει το πρόσωπο με τα δυο χέρια και τον φιλάει στο στόμα. Μια στιγμή περισυλλογής και τα δυνατά του χέρια αγγίζουν τα μαλλιά της προσεχτικά. Το χτένισμα απείραχτο, αλλά η γλώσσα του είναι μες στο στόμα της.

Ο Φάμπιαν κλείνει το μάτι στο κορίτσι. Ο αφηγητής μας είναι marit còmode. Ο Τόρμπεν υπνωτισμένος πέρα βρέχει. Βιάζεται να φύγει με τα κλοπιμαία για το λαμαρινένιο εξοχικό του έξω από το Βάηερς. Ο Τόρμπεν είναι παντρεμένος και έχει δυο έφηβα παιδιά, σύμφωνα με το προτεσταντικό εντολοχάρτι που παίρνουνε όλοι μόλις γεννιούνται στο λασποτόπι. Ο Φάμπιαν εύχεται για το καλό του να μην τον είδε κανένας κουτσομπόλης. Ο Θεός αγαπάει τον κλέφτη, αλλά αγαπάει και το νοικοκύρη. Η ευτυχία είναι εύθραυστη, εξόν κι αν φυτρώσει απ'τα αποκαΐδια σου. Μαζεύεις μεθοδικά τα κλαδιά και τα ξερόχορτα σε βουνό γύρω από το χοντρό παλούκι, δένεσαι χέρια πόδια, ρίχνεις το σπίρτο, καίγεσαι στην πυρά που στήνεις ειδικά για σένα και γύρω στήνεται χορός. Ο Τόρμπεν φοράει βέρα πλακέ, ίδιας κοπής με της Ναντίν, για λόγους πρακτικούς: οι χοντρές στρογγυλεμένες βέρες πιάνονται εύκολα και μπορούν να σε εκθέσουν. Κανείς από τους δυο τους δεν είναι νόμιμος να οδηγήσει. Αν τους τσακώσουν οι μπάτσοι, θα τιμωρηθούν σαν κατσαρίδες κάτω από τσόκαρο χοντρής νοικοκυράς, η χώρα είναι καμένη απ'το ποτό. Ο Τόρμπεν επιμένει να πάρει το ρίσκο και να κάνει τη μαλακία. Αν σκοτωθούνε, τα ρέστα δικά τους έτσι κι αλλιώς. Όμως όλα θα πάνε καλά. Ο Θεός αγαπάει τον κλέφτη.

Το εξοχικό δεν έχει μόνωση και είναι παγωμένο αλλά δεν πτοούνται. Στο δια ταύτα. Ο Τόρμπεν ξέρει από μητριαρχικές μαλτέζες με το σφιγμένο χείλι, η Ναντίν είναι αχαρτογράφητη. Θα τον περάσει από μια δοκιμασία που θα του κάνει τα γόνατα ζελέ. Ο Τόρμπεν είναι εξασκημένος στα λούκια. Έχει εκπαιδευτεί να προσπερνάει κάθε σκόπελο που θα μπορούσε να τον καταδικάσει. Η αρχή είναι η ίδια, τις λεπτομέρειες θα τις βρει. Είναι σε άριστη φυσική κατάσταση και βγάζει λεφτά με τη σέσουλα. Τα οφφσόρ έχουν αξιόλογα μισθά, πόσο μάλλον αυτό το επικίνδυνο σπορ που έχει διαλέξει. Όσο πιο υπαρκτό το ρίσκο να μη γυρίσεις ζωντανός απ'τη δουλειά, όσο πιο δύσκολη η αντικατάστασή σου, τόσο ψηλότερη η ανταμοιβή. Αυτό βοηθάει με την αυτοπεποίθηση. Θα πηδηχτούνε και το γαμήσι θα είναι καλό. Παρότι ολόκληρη η πρόθεση συνοψιζότανε σ'αυτό, ο αέρας γύρισε μες τη νύχτα, και ξαφνικά το γαμήσι δεν είναι αρκετό. Ο Τόρμπεν τώρα γυρεύει κάτι άλλο, λιγότερο απλό. Γυρεύει τη θεραπεία της μοναξιάς. Το πρωί θα ξυπνήσει πρώτος και θα φτιάξει στο κορίτσι το πρωινό που τρώει τα τελευταία σαράντα χρόνια (χυλό από βρώμη που μοιάζει με ξερατό) και ηττημένος θα παραδεχτεί Θέλω να σε ξαναδώ, και θα εννοεί Το βέλος με βρήκε στο ψαχνό. Η Ναντίν θα του πει Θα με ξαναδείς, και θα εννοεί Θα παίξω με το κουφάρι σου.

Ίσως το βρωμόστομα της μέσης ηλικίας έψαλλε μαγικές κατάρες κι έπεισε τον Τόρμπεν να βγάλει την πανοπλία του και να ξεβρακωθεί στο πεδίο της μάχης, ίσως το χέρι του Θεού τον έσπρωξε και τα δόντια του θα έβρισκαν τη λαμαρίνα όπως κι αν προσγειωνόταν επειδή ήταν γραφτό και καταστρωμένο όπως όλα για τους πιστούς. Όπως και να'χει, δεν την γλύτωσε: η ποδοκνημική του πιάστηκε σε ένα στένωμα, και τώρα θα δει πράγματα που δεν έχει φανταστεί παρότι τόσο κοινά. Θα σφιχτεί το κωλαράκι του, αλλά θα αξίζει τον κόπο. Η Ναντίν θα παίξει σαν παιδί, αλλά το βέλος είναι βαμμένο και με το δικό της αίμα, κι ας κάνει πως δεν τρέχει τίποτα. Είναι ακριβώς αυτό που τη συγκινεί, οι άντρες που μοιάζουν να τα'χουν όλα υπό έλεγχο ενώ τους υποσκάπτει η αδυναμία.

Όσο για τον Φάμπιαν; Κάθεται δίπλα στον Φαροέζο καπετάνιο Χ. Π. Μ. στη φανταστική θαλπωρή της γέφυρας του Έσβαγκτ Λ. που μοιάζει με διαστημόπλοιο και μηρυκάζει, παντογνώστης αφηγητής, παρασκηνιακός, χτυπημένος από το ίδιο βρώμικο βέλος, με το πρόσωπο κρυμμένο, κι αν η καύλα είναι Θεός, ο Φάμπιαν είναι θεοσεβούμενος.


ΘΑΛΠΩΡΕΣ




Είσαι η λεπτή άμμος του νησιού
ένα αυγουστιάτικο μεσημέρι
το θρόισμα από τις μικρές πέτρες
που τρίβονται με το ήσυχο κύμα

το κεχριμπάρι μες στο νερό
τα πρωινά δάκρυα, η ερημιά των υφάλμυρων ελών
βήματα στην απέραντη πεδιάδα, βρύα στη δροσιά

είσαι το ζεστό φως στην παγωμένη ομίχλη
όταν σε βλέπω όλα μου τα σπασμένα ανατάσσονται
εκείνη η μοναχική καρδερίνα
λέει: Θυμήσου. Η νύχτα τελειώνει.