© 2008 - 2017


-

Archiv

Blogger news

Blogger templates

 

+

Umblättern

Kategorien

 

Medic, medic

Days are short.
The anatomies malfunction. 
Shifts never end and when they do they start over. 
Overcast means high temperatures. 
Only now it's clear. Under a family of blankets still cold.
Why a hole on the chest drains serum and spirit
for each and every simpleton that took a look I might as well add
a point of loss.
A trembling shaky surgeon who skips a breath every a couple
skin cold soft and sweaty
hairs light-colored everywhere and eyes out of focus
he wears a silver bracelet with the planets hanging from his wrist where I first saw the signs of an atrophic ulnar nerve and an indiscreet hypomanic state. Velvet over the weeping sutures and freezing encouragments against the steri-strips this wound is spitting. On the tip of my tongue the answers hovered, then they slid back in. The back of my head buzzed and bungled and fell around down and over with six legs convulsing; a wide obstacle blocked my view and I remained staring at the white light, taking a listen to the gauze as it was pinched out. Severed dignity heals with an untouchable pride and delicacy, words are uttered in velvet words are uttered in a sophisticated recognizable manner

neanderthals tend to be amused
we said we said
nothing not a word in expensive textile

if I could love you I would love without rehearsals
if I could love you I would love without rehearsals

A trembling shaky surgeon a shadow of herself old timer lady a rotten female mammalian a child with broken arm a stoic motorcyclist with his steps in negative pressure, under vacuum assisted closure and his foot he forgot to wash the floor on the wound the wound on the sheets the sheets on the bed the hands on the patients the hands on the bloated stomach the bloated magnets over the cancerous brain that restarts along with every tick of a badly measured metronome this forehead burns this forehead bleeds nothing to be afraid of the face poses with bleeding.



This snakedancer is a monsterfright
and in other languages the disoriented miniature ridicules are equally static
so once covered, coveted
before the retinas
the enthusiasm melts

if I could feel the ulnar nerve under the moving skin
if I could feel the ulnar nerve under the moving skin I would heal without rehearsals
and no remorse.

#6

Stable hysteria
with all the stench in
and all the melodic noise

repeatedly: they drop by then leave, bringing their revised notions along their adaptable ethics their pensive tastes their intellectual spontaneity this superior mouthful of multicolor statements

try tapping the lid of that piano
name it land
and bomb the world

consistence is unsafe
I only perceive two hues at a time
no murmurs in between the beats
and most times no beats
either.


Η νόσος κρίθηκε την έκτη ημέρα

Όρνιο
τα ημερολόγια δε μετράνε τις μέρες. Μόνο στην πείνα και στον ψόφο. Μέσα στο δωμάτιο οι τοίχοι γαληνεύουν κάτω από χρονίζουσες στρώσεις αρρώστιας. Φτιαγμένα μαλλιά και ζωγραφισμένα νύχια μπαινοβγαίνουν. Η κουβέρτα είναι γκριζωπή και γαριασμένη. Έχουνε πιαστεί λίγα απ'τα μαλλιά και λίγα απ'τα νύχια αναμεσιού στις ίνες της. Ο ιδρώτας μ'αδειάζει απ'τις μασχάλες και απ'τις δίπλες της κοιλιάς και ανάμεσα απ'τα πόδια. Ξέρω καλά βλέπω με τα μέσα μάτια τις αλμυρές λιμνούλες αγωνίας στα κατωσέντονα. Σε κάθε κίνηση βγαίνουν ήχοι επανάστασης από τα συνθετικά υφάσματα γι'αυτό η κάθε κίνηση χάνεται πριν φύγει απ'τα κέντρα. Η αναπνοή εκείνου του αναιμικού ασπρουλιάρη μύριζε αλήθεια. Όπως όταν πέθανε η γριά δίπλα και γέμισε ο διάδρομος αλήθεια. Η σιδερίλα στο στόμα μ'έχει συνηθίσει. Στον καθρέφτη που με βλέπουνε και οι άλλοι απ'έξω στέκομαι απέναντι μ'απόλυτη σοβαρότητα. Τα χείλια μου ίσια και αυστηρά. Μέσα ξέρω έχει χαθεί το μέτρο το αρχαιοελληνικό. Ξεπέτα στην ξεπέτα φεύγει το αίμα μου και η όρασή μου απ'τα μέσα μου κάπου πίσω απ'το στομάχι ή εμπρός απ'τα νεφρά. Με κάθε αλαφροπάτητο χεράκι που μ'αγγίζει το δέρμα μου απαντάει με μια θάλασσα μαβιά λεκέ που δε λερώνει σα μενεξέ ουρανό. Δεν ακούω καλά τα παρακάλια πια ίσως να φταίει που συνήθισα να μην απαντιώνται εδώ γύρω που τα φτιαγμένα μαλλιά και τα ζωγραφισμένα νύχια μπαινοβγαίνουν γρήγορα σαν το φαΐ στα στόματα της πλατίνας. Τα δόντια μου τα φέρνουν αγκαλιά οι φόβοι που ξεκινάνε κάπου δίπλα απ'τ'ακροδάχτυλά μου μολυσμένα κόκκινα πρησμένα παρωνύχια φτάνουνε ως τα σαγόνια και γυρνάνε στο δωμάτιο λευκά. Οι αμαρτίες των δοτών όλες μέσα μου οι αμαρτίες των δοτών εις μάτην διαπραγμένες. Όλες η καθεμιά με το δικό της μοναδικό τρόπο με τρομάζουν ενδελεχώς, να'ναι το γιασεμί που ξεχειλίζει να'ναι η αγριάδα η ντροπή και ξέρω καλά για καθεμιά όλες με το δικό της μοναδικό τρόπο με τρομάζουν ώσπου νομίζω πως πεθαίνω. Μα κρίμα που με κρατάνε γερά τα καλώδια στον τοίχο και να'θελα να φύγω δε μπορώ καλά καλά. Πονάτε; Πονάω καμιά φορά. Τώρα που μπαίνει κρύο απ'το μισάνοιχτο παράθυρο δίπλα στον ηπατοπαθή εγώ χαίρω άκρας υγείας. Τους ξεγυμνωμένους μου τομείς που σείονται στην πρώτη σκέψη τους ξεχνάω εύκολα γιατί έναν έναν τέσσερις τους ξεκρέμασα απ'το θρόνο της ασφάλειάς τους. Ζουμιά τρέχουν μέσα έξω πιο γλυκά κι απ'τον αέρα του ευπνοϊκού. Οι βελόνες κρατιώνται γερά απ'τα τσιρότα. Φωνή δεν έχω. Αμφημερινοί πυρετοί στους κόλπους των θεών κανείς δεν ελεεί όλοι κάθονται και κοιτούν ή δεν κοιτούν αναλόγως την ευθιξία οι λεπτές φωνές τρυπανίζουν τους τοίχους και αυτοί ξυπνούν αυτοί ξυπνούν αυτοί ξυπνούν. Η θανατίλα είναι λεπτή και το κλάμα της μανούλας μου πρήζει το λαιμό δεν έχω να αιτηθώ καλύτερης μεταχείρισης παρά ένα μαρμελαδάκι ζελέ. Είστε καλά; Ναι. Είμαι καλά, όπως καταλαβαίνετε. Εκείνη την ώρα και αυτήν αντιλαμβάνομαι σε πλήρη διαύγεια ζουμιά που τρέχουν μέσα έξω πιο γλυκά κι απ'τον αέρα και ο αέρας σκοτεινός πηχτός αδιαπέραστος τρίβει τις μύτες τις τραχείες τα πνευμόνια και πιο μέσα πιο βαθιά δεν αιτούμαι καλύτερης μεταχείρισης. Ο καλός πεθαμός είναι σιωπηλός και ξέρω πως ο κύριος είναι παραλυμένος απ'τη φρίκη αλλά πεθαίνει καλώς. Θετικό νοήμον ον σκουπίδια. Μη μ'αγγίζετε πολύ, ιδρώνω και αδειάζω. Πώς και δε σταματάει η ροή όταν συμβαίνει ηλιοβασίλεμα και μια στιγμή εδώ την άλλη πιο δυτικά ο ήλιος δύει και ξαναδύει και ξαναδύει γιατί λοιπόν δεν στέκουμε ακίνητοι προς τιμήν του καθενός. Με τι μεγάλο θράσος τολμάτε, αναρωτιόταν η μικρή μου φίλη, να κάνετε ακόμα ένα βήμα να κλείνετε τα βλέφαρά σας να χτυπάτε ένα παλμό την ώρα που ο ήλιος πέφτει! Εγώ μόνο το μεσημέρι βλεπόμουν με τον ήλιο, της έλεγα, ίσαμε να ροδίσουν τα μάγουλά μου και η μύτη μου και ν'αλαφρύνει λίγο ο βήχας μου. Μετά νύχτωνε πάλι. Με τι μεγάλο θράσος τολμούσατε, αναρωτιόταν η μικρή μου- τώρα εισβάλλει ο ίκτερος και είναι σκέτο φως αυτό το κουφάρι η πλάτη και οι αγκώνες και όλος ο προσγειωμένος εαυτός ένα άτονο έλκος. Δε στέκω πλέον στον καθρέφτη, αυτά τα θυμάμαι αμυδρά, μόνο βυθίζω το κεφάλι στο ταβάνι ανάποδα και ίσια.



Όρνιο
πονάτε; Ναι, για λίγο ακόμα.
-

Flat tire

The itch is calling again
HIV positive denials
you paid us good

fears emerge everywhere
among every course
and touch and exchange

the days of innocence
are gone down and out
distrust may I please borrow
your void?

this entire wagon
on my neck
doesn't turn around in time
very well

managed phantom terror
missing parts and parts and parts
I speak of
I don't speak of
anything

it's quiet and warm here. A melting half remaining bar of chocolate on the handbook. My feet sweat under the thousand blankets. Yellow glow drives around and exits from the holes. Stand up, button up. Stand up, button up. Hands out of the pockets. Stand up, button up. Most of this part spent in silence and hideousness, stand up, button up, it was expected.

Stand up
button up.