Ich hab mich nichts aus meinem Leben gemacht
dasselbe hat es sich aus mir
...eh Schiet.
21.3.14
I think of you, but I no longer speak of it
Η αψιά γλύκα της καθαρής μηχανικής...
ο άντρας που μύριζε ζεστός σα νεογέννητο
έβραζε στεγνά ανάμεσα στη νιότη και στο γήρας
η νύχτα ερχόταν κι έφευγε κακιά
ο ιδρώτας στάλες δροσιάς σε ινδικά βαμβάκια
τα χείλη μου δεν έχουνε ξεχάσει την υφή
ο θαυμασμός του κοριτσιού που μαθαίνει να χειρίζεται
το γέλιο που ευλογεί το πρώτο παραστράτημα.
Το άλφα της Λύρας καθρεφτίζεται στο κύμα του βορείου ημισφαιρίου
όπως ο έρωτας της Κλεοπάτρας στο χρυσάφι του νερού
σπαρμένο με πεινασμένους δολοφόνους.
Στην άλλη όχθη του ποταμού είναι αραγμένη η γοητεία της Ρώμης
νικιέται η δίψα και βουλιάζουνε τα πόδια ως το γόνυ
σε λάσπη που θα σβήσει τη θυσία με πίστη συζυγική.
ο άντρας που μύριζε ζεστός σα νεογέννητο
έβραζε στεγνά ανάμεσα στη νιότη και στο γήρας
η νύχτα ερχόταν κι έφευγε κακιά
ο ιδρώτας στάλες δροσιάς σε ινδικά βαμβάκια
τα χείλη μου δεν έχουνε ξεχάσει την υφή
ο θαυμασμός του κοριτσιού που μαθαίνει να χειρίζεται
το γέλιο που ευλογεί το πρώτο παραστράτημα.
Το άλφα της Λύρας καθρεφτίζεται στο κύμα του βορείου ημισφαιρίου
όπως ο έρωτας της Κλεοπάτρας στο χρυσάφι του νερού
σπαρμένο με πεινασμένους δολοφόνους.
Στην άλλη όχθη του ποταμού είναι αραγμένη η γοητεία της Ρώμης
νικιέται η δίψα και βουλιάζουνε τα πόδια ως το γόνυ
σε λάσπη που θα σβήσει τη θυσία με πίστη συζυγική.
11.3.14
#42
Ο τοίχος φουσκώνει ανάμεσα απ'τις σανίδες σαν κοιλιά ασκιτικού, κι όταν βρέχει γεμίζει σταχυόχροο απόσταγμα από αίμα. Απ'το παράθυρο θα δεις πολλά από τα πρόσωπα της επιστήμης του καιρού, μα δε θα ακούσεις στάλα. Κι έτσι τις μέρες του χειμώνα που είναι υψωμένα άσπαστα τα ξύλινα οστά απ'το πτώμα που είναι θαμμένο στην αυλή, φαντάζομαι το θρόισμα της φυλλωσιάς των δέντρων. Προδίδομαι απ'τα χέρια μου που με λοιδορούν και τις παρειές που καίνε, θυρεοτοξικός για μια ιδιοτροπία που κράτησε τρεις μέρες και βάφτισε τη θεραπεία λάθος. Ο ιδρώτας γλείφει την πλάτη μου όπως ένα μπουκάλι σαρντοναί από ροδάκινα του νέου κόσμου χαραμίζεται με ταγγισμένο κρέας. Ο τρόμος με ξεφτιλίζει σύγκορμο, ρίγος πυρετού αρπαγμένου από τις ηδονές. Η συντροφιά του δυτικού ρυθμού σβήνει όταν περάσει τα διακόσια, κι έπειτα στην αφή και στο αυτί απομένει ένας βόμβος σκεπασμένος από τον υπερδυναμικό συριγμό του κόσμου που γυρίζει αναιμικός. Δεν ξέρω πώς μπορώ να σηκωθώ, ούτε πώς μου εμπιστεύτηκα το δεκάρι με τη γυναικεία καμπύλη στην κοπή πάνω από σαθρά αγγεία. Ο πεθαμένος δε θα με μαρτυρήσει, οι άλλοι δεν είδαν παρά μόνο το φως που διασπάστηκε σε κάθε μια ηπαρινισμένη γουλιά που ανάβλυσε κι έβαψε το έγκλημα λευκό. Οι δρόμοι που ανοίχτηκαν θα πρέπει έπειτα να ραφτούν με σύρμα και γύρω από τις βελονιές θα πρηστεί και θα φλογώσει το τελευταίο πείσμα. Να προσέξεις δυο φορές γιατί το προνόμιο λαδώνει ύπουλα τα γάντια, κι αν άβγαλτοι οι ώμοι σου σταθούν τετανικοί σαν απελπισμένη μήτρα, σκέψου πώς σπάει η ηλικιωμένη πορσελάνη κάτω από θυμωμένα πόδια και σπρώξτους. Το ασθενικό σου βήμα και η κύφωση που με διώκει ενσαρκωμένη πότε στον έναν και πότε στον άλλον που περνάει αλαφροπάτητος σα μυημένη νοσοκόμα γλιστρώντας βαμβακερή πάνω στο βερνικωμένο μάρμαρο, με κάνουν να φοβάμαι πως θα σε προσκυνήσω.
22.2.14
שבעה
Πάνω απ'τον ώμο μου φυσάει η ξινή ανάσα του θανάτου
ύπουλος χορευτής, κάνει ένα βήμα πίσω κάνω ένα βήμα εμπρός
στα μαλακά στρωσίδια ξημέρωσε νωρίς η ακαμψία
κάποιοι στέκουν στο δέκατο σκαλί του ήσυχου βωμού
τα δάχτυλά μου ντυμένα στα λευκά τελειώνουν σε βελόνες
την ώρα του Πέσαχ οι αρτηρίες καταρρέουν
στο ρύγχος της σύριγγας πάλλεται μια ελάχιστη στάθμη
ο ήλιος τη φωτίζει καθώς πήζει
τα προσωπεία που με βλέπουν αγνά ιπποκρατικά
τα στέρνα προτεταμένα, τα χέρια ανοιχτά
οι ψυχές είναι έτοιμες να βγουν
προσεύχομαι κι αδημονώ, αδημονώ
διαμαντένιο ρέει το υγρό απ'τους βολβούς που έχουν σκιστεί
οι μόνοι ανθοί που δεν έχουνε πρηστεί είναι οι πιο μακρυά απ'το χώμα
τα αγγεία αδειάζουν και ποτίζονται οι σάρκες
μέχρι που γίνονται γυαλί και σκίζονται και τρέχουν
τα σεντόνια πίνουν το δηλητήριο, κι όλα έπειτα οφείλουν εφτά μέρες να καούν
αφού οι μεσάζοντες τραβήξουμε τις πένθιμες μαχαιριές
όταν η βάρδια σηκώσει απ'την πλάτη μου το διακριτικό αμόνι της Biot
και βρεθώ με τα δυο πόδια μου στην πράσινη, ξεδιψασμένη γη
η μνήμη τους θα έρθει να σταθεί στη μαλακή υπερώα
το μεσημεριανό μου φαγητό και το ποτό θα είναι δώρο των πεθαμένων.
9.2.14
...δέν τά φέρνει ὁ χρόνος ὅλος.
Γύρω μου οι σκιεροί λόφοι ή η θάλασσα, αόρατη και χωρίς συγκεκριμένα χαρακτηριστικά αλλά υπαρκτή, εκτεινόταν ως πέρα από εκεί που μπορούσε να φτάσει το βλέμμα μου. Αλλά το γερακίσιο πέταγμα της φαντασίας ακολουθούσε τα πάντα στην έκτασή της πέρα από τον ορίζοντα. Συνειδητοποίησα ότι βρισκόμουν σ'έναν μικρό, στρογγυλό κόκκο πέτρας και μετάλλου, σκεπασμένο μ'έναν υμένα νερού και αέρα, που στροβιλιζόταν στο φως του ήλιου και στο σκοτάδι. Και στην πέτσα του μικρού αυτού κόκκου τα πλήθη των ανθρώπων είχαν ζήσει από γενιά σε γενιά μια ζωή κοπιώδη και τυφλή, με παροδικές χαρές και με παροδικές διαύγειες του πνεύματος. Και όλη η ιστορία τους, μ'όλες τις περιπλανήσεις, τις αυτοκρατορίες, τις περήφανες επιστημονικές γνώσεις, τις κοινωνικές επαναστάσεις, την ολοένα και μεγαλύτερη λαχτάρα για κοινότητα, δεν ήταν παρά ένα τρεμόσβησμα σε κάποια στιγμή μιας μέρας της ζωής των άστρων.
Olaf Stapledon
28.1.14
Πρώτη νοσολογία
Για το Μ. Σ.
Τα χέρια της σε βαριά παράλυση του Erb
γύρω της δυο σκοτεινές ψυχωτικές φιγούρες
κι οι σελίδες των πρακτικών των χειρουργείων
σταγόνες ψευδαργύρου σε νερό
ανάποδα αντικατοπτριζόταν γηρασμένος πια
και τόσο νέος ο Εβραίος καθηγητής
καμπύλωνε στο σαστισμένο βλέμμα σα λάμα απ'το ούρουμι
φυτεμένη σε έμπειρο λαιμό
όπως η Μάγδα όταν είδε το Μεσσία
δίψασε κι ήπιε κρασί πορφυρικού γοήτρου
χάραξε και νύχτωσε μήνες μέσα στη ματιά
μια άλαλη χαιρετούρα
είχα τρία χρόνια να σε δω σχεδόν αλλάξαμε τόπους
μα λίγη σημασία έχει η οπτική για το χαμόγελό σου
φλογωμένος θυρεός τρόμος λεπτός που ατιμάζει
τη σταθερή λαβή, τις γεωμετρημένες βελονιές
παρωπιδισμένη ταχυαρρυθμική καρδιά κοφτή φωνή
με τον αναστεναγμό ακροάζομαι ρόγχους μελωδικούς
στο βάθος σφύζει ευχητικά το τύμπανο του τεχνίτη
θα'ρθει η ώρα να δεις πώς μ'έφτιαξες από κύκνεια ράμφη, δε θα'ρθεί;
και θα ευχαριστηθείς.
מזמן לא התראנו
בהצלחה
בהצלחה
8.1.14
Für Frau O.
Als Frühling kam brachte ich dir weiße Fingerhüte, wie Körper chinesischer Schwalben
mit ihnen dekoriertete du deine Haare aus Maronensirup, die mit einer Krone aus holländischen Zopf geschmückt waren
unter der fernen Sonne Nordfrieslandes, deine Tränen waren Tautropfen die
um das versagende Herz zu heilen vergossen wurden
der dünne Hals aus gekochtem Marzipan die tadellosen Treppenmuskeln,
heimlich unter dem Samt des Kragens, die brutzelnden Glomera Carotica
strahlten den schönsten Duft der aus die Plantagen Myanmars gebracht geworden war
lutherische Magd, Frau des Opiums
dein Taschentuch hat seinen Durst mit Weinen gelöscht und es ist für deine kleinen Nägel
aus Glas an der Zeit, um Rücken abseits Meines kennenzulernen
dein Saum wurde mit Raps in Blüte eins
dort gab's die Wiesen und die Marsch; das Jod der Gischt
schöpfte Sommersprossen auf die Schnauze
meine Sicht Ling-chi vor den spitzenartigen Augenwimpern
gleiche Belssuren mit goldigem Faden ins Kleid eingestickt
die eifrige Anatomie, getilgt mein Gedächtnis
deine Lippen, streng, Walderdbeeren und Lakkoja,
hatten mir einen Kuss gegeben, der mich vom Tod überzeugte
aber sowohl das Harz des Holunders als auch unsere Sucht
brachten uns dazu, auf der Insel für und für zu bleiben.
--
22.12.13
By tradition
He rose at dawn and, fired with hope,
shot o’er the seething harbour-bar,
and reach’d the ship and caught the rope,
and whistled to the morning star.
And while he whistled long and loud
he heard a fierce mermaiden cry,
“O boy, tho' thou are young and proud,
I see the place where thou wilt lie.
“The sands and yeasty surges mix
in caves about the dreary bay,
and on thy ribs the limpet sticks,
and in thy heart the scrawl shall play.”
“Fool,” he answer’d , “death is sure
to those that stay and those that roam,
but I will nevermore endure
to sit with empty hands at home.
“My mother clings about my neck,
my sisters crying, ‘Stay for shame;’
my father raves of death and wreck,-
they are all to blame, they are all to blame.
“God help me! save I take my part
of danger on the roaring sea,
a devil rises in my heart,
far worse than any death to me.”
(Tennyson)
20.11.13
Νόσος του Pompe
(επίσκεψη στη Νεογνολογική)
Φασκιωμένος με πόσες στρώσεις πράσινα ένα αειθαλές τροπικό μεσημέρι
η μαθητευόμενη αδερφή έδεσε όμορφα τον ιματισμό
σε κάθε πλάτη που είναι έτοιμη να σκάσει και σε μια καχεκτική
προσεχτικά αραδιασμένο στο τραπέζι με γενναία καλωδίωση
ένα απόχτημα πολύ μακριά από τη γεννησή του, τα νύχια του
απ'το ύψος μου δεν τα βλέπω καν μας χωρίζει μια αποφασιστική λαβή
για να βρεθεί ένας στη φυλακή κι ένας
κάτω απ'το νυχτικό του ιδρώτα με πιάνει εύφορο ρίγος
απλώνει φτώχεια πίσω απ'τη μάσκα αδειάζουν οι παλμοί
σκοτώματα μου κλέβουνε το φως
το χώμα απ'το χαράκωμα που θάβεται εντός μου
κι αυτού παραπαίει ανάμεσα σε κλεισμένες κάστες
μια προσβολή στην αλαχά
βήχω θολώνουν τα γυαλιά κι αφρίζει ένα κρυφό
πνευμονικό οίδημα στις κόρες του Κηφέα
δίνουν με θετικές πιέσεις λες και θα καρπωθεί η στείρα αιμοσφαιρίνη
μαζί με το αορτικό τόξο που πλέει εγκυστωμένο σ'ένα χρυσό ζουμί
θα'χουμε να κυνηγάμε και τους ανθισμένους πνευμοθώρακες
κάτι στο στέρνο μου δε στέκεται καλά
το τελευταίο που κοιτώ η λάμπα τρώει τον ίκτερο
όπως ο ήλιος την πρωινή ομίχλη, πριν να ριχτώ στο παραλήρημα
έπειτα στάθηκα κομψός με καθαρή ματιά
απέναντι σ'έναν άντρα που έτρεμε από θυμό
στο υπόγειο κουμπώνουνε τώρα την απόφαση του ετοιμοθανάτου
ως πάνω πάνω στο γιακά ο λαιμός μου ακόμα αχνίζει ζωντανός
χωρίς τον ηρωισμό του νομοθέτη και την ανθρωπιά του Γαληνού
μένει ακριβός ο πυρετός του ισοφλουρανίου
τα φλέματα που ξακρίζουνε στο στόμα έχουνε γεύση
από φρούτο των Ινδιών, η ηχώ απ'τα τεντζερικά στο άδειο χειρουργείο
γλώσσα της συμφοράς που γλείφει τις πληγές.
3.11.13
Arletta, einen schönen Gruß an Gesine
Βγαλμένη από τους άτλαντες σελίδα λιωμένης πορσελάνης το σταγμένο βαμβάκι με νερό είναι μια άλλη προβολή του μυρωμένου λινού για να της καθαρίσουμε τα πόδια τα χέρια και το στέρνο σαν ευνούχοι ο νοσοκόμος που'χει σαφρακιάσει σφίγγει το στόμα από σεβασμό στον αυτοκράτορα στρέφεται το τρίγωνο του Einthoven δέκα μοίρες δεξιά με το ρολόι η μελάνη σινική όπως της πρέπει θα γράψει πενήντα πέντε σφύξεις στο λεπτό σε χρυσωμένο πάπυρο από τους καλογδαρμένους σφαγιασθέντες των συνόρων κι όλα τα άλλα λάτρα του αθλητή. Τα άκρα της γερμανικά σε ανάπαυση στο σώμα καθαρά της πρότυπης γενιάς πλυμένα ως κι από τη συστολή τους κι όλη της σαν κάτω από ένα στρώμα της λεπτής δίκην πνοής οστεοτόμου σκόνης στο υπόλευκο της άμμου του νησιού. Μικρές αδιόρατες φακίδες σκοτεινιάζουν σαν ξένο χώμα σε οπισθόφωτο σεντόνι ποιος ξέρει από τους ακριβοντυμένους του ανακτόρου της ποιοι πολεμιστές δρέπουν τους εαυτούς τους και ποιοι ευνούχοι τους εχθρούς όσο αυτή βραδυκαρδεί απ'τη σωστή ζωή της άλλο τόσο κι εγώ από τον αδρενεργικό αποκλεισμό περήφανα εγκρατής με τον φαρμακολογικό συντηρητισμό μου. Άλλο ένα δάχτυλο απ'το κατώφλι του εξεταστηρίου κι ο νόμος του συζύγου είναι πετούμενο του εσπέρου στα τηλεφωνοσύρματα, με νωθρή ψυχή προδίδω τον όρκο και τα χρίσματα μαστιγωμένος στην ιεραρχική υποταγή. Arletta, einen schönen Gruß an Gesine. Manchmal gedenk ich euch.
19.10.13
Opposé
Par derriere chez ma tante
il y a un bois joli
et le rossignol y chante
et le jour et la nuit
que donneriez vous, belle
qui l'amenerait ici?
Je donnerais Québec
Sorel et Saint Denis.
Kipling
6.10.13
Baldmöglichst, Sohn
Ich kuck das zitternde Wasser an entdecke meine Heimat und Grab aber und abermals
frage Wann?
Wann?
Wann?
29.9.13
Streit um des Kaisers Bart
är völlig umsonst, kariös und müde ohne Land
fix me I love how you try have my apologies for not, for not, for not responding
doch du kannst trotz allem fast alles tun setzen, stehen, setzen, stehen, schlafen, sterben
au
f
ä
ne
Do I miss something or am absent? Does it make any
SINN
S I N(N)
warte nur, warte doch ne
in any way that comes to you easily, go
du willst dich anderswo vernichten
ÖDEKunst
ÖDESucht without objectives right meet the candid man who finds his charm in hanging himself.


