Το ποδαράκι τεντωμένο κάτω απ'το νερό
πράσινο νερό και κόκκινα έντομα
τα φτερά φυσιώνται απ'τον αέρα
η παπίτσα επιπλέει
είμαι άρρωστος.
Στο βάλτο τη φίλησα πρώτη φορά
δεν ξεκίνησε και τόσο ωραία
έμεινα ρέστος
κοιτούσα την παπίτσα
τα μάτια μου έτσουζαν και γέμιζε ο λαιμός με αυτά που'θελα να της πω και
τα κατάπινα.
Να είσαι αισιόδοξο παιδί
σέρνω τα πόδια μου και φεύγω και δε φεύγω
η παπίτσα σκέτη αρρώστια.