© 2008 - 2017


-

Archiv

Blogger news

Blogger templates

 

+

Umblättern

Kategorien

 

Stella splendens

Τις ώρες εκείνες τις αναθεματισμένες τις μικρές τις ώρες τις δικές σου στον πάτο του βραδιού ο κοκκινολαίμης κελαηδά. Στο υπόγειο η λάμψη λευκή κατάλευκη λευκή σπρώχνει πέρα το σκοτάδι, ο θάνατος σαν έντομο στη λάμπα και γύρω σύννεφο νεκροί. Τσαλαβουτώ στο αίμα και οι λακκούβες γεμίζουν στα στεγνά, ντουβάρια υποπράσινα με μάτια με αυτιά - από χρόνια, από χρόνια στο Ασκληπιείο οι βαρυποινίτες ψάχνουν φτερά θεραπειών, από χρόνια απελπισμένοι γεννιούνται, γεννάνε και πεθαίνουν, κι ο κύκλος συνεχίζει να κυλά σα σκευρωμένη κακή ρόδα. Παλουκωμένοι σ'όλες τις τρύπες και ξαπλωμένοι στην κοιλιά, τα ψυγεία ροχαλίζουν από τα μέσα τους, και οι νοσοκόμες που ήξεραν οι άρρωστοι παλιά με τα ψιλά χεράκια και τις πέρλες νύχια είναι τώρα αγριεμένες στιβαρές κυρές με χαρτοπλαστικές ποδιές και αρκουδοπούστηδες με καθαρά κούτελα και πόδια πύργους και γδέρνουν ανελέητα κώλους εκτεθειμένους. Και στο κεφάλι του ιερού λόχου των Θηβών στέκομαι για τη νύχτα εγώ, με έναν ηλίθιο λιωμένο ακινάκη, διπλά γυαλιά και φωτοστέφανο από τρίχες. Επιθεωρώ περπατώντας νωθρά απ'τον τεκέ της αιμοκάθαρσης ως την τέντα των εξεταστηρίων, η λάμα χτυπάει στα κλειδιά, με ανακοινώνει η τρομπέτα του ασυρμάτου που βαραίνει το τελειωμένο λάστιχο του παντελονιού. Θα σας ξαποστείλουμε όλους, ζώα καταραμένα, έναν έναν, υπομονετικά με ωρομίσθια μέθοδο, και οι μούρες σας θα κολλήσουνε στον κατουρλιάρη μουσαμά και η γαλότσα η ποδοναριασμένη θα σπάσει δόντια, θα αλέσει ζυγωματικά, θα συνθλίψει σαγόνια αδηφάγα, και τελειώνοντας τη μάχη θα βάλουμε φωτιά τόσο πικρή που τα παλιοτσίμεντα θα λιώσουν σαν ώριμες ντομάτες στη χούφτα της γριάς.

-

Τις ώρες εκείνες τις αναθεματισμένες τις μικρές τις ώρες τις δικές σου στον πάτο του βραδιού ακούμε τα αηδόνια στο Σταυρό. Στο μάρμαρο του περβαζιού παίζεις με μια κωλοφωτιά. Δίπλα σου στέκομαι απόστρατος εγώ, το κεφάλι μου ακουμπά τις σανίδες της δρυός του ταβανιού που γέρνει, απέναντι στην άλλη μεριά του δρόμου η λεύκα ψιθυρίζει, η λεύκα τραγουδά και ρίχνει μια χούφτα φύλλα στη βάρκα που μας περιμένει να τη σύρουμε την Κυριακή στη σκάλα. Οι μυρωδιές... οι μυρωδιές του κήπου της Εδέμ, η ψιλοδακρυσμένη χλόη, τα κρυψίνοα βουνά, το χώμα που μου'δωσε το χαλκό του, οι πέτρες του σπιτιού, της μάνας σου η απαλή φωνή και το χλωμό της δέρμα φάντασμα στο φως του φεγγαριού, το μυστήριο του Στρυμονικού και τα λουλούδια της Ρεντίνας, και παρελθόν και μέλλον, θυμάμαι και σιωπώ, να ελπίσω δεν τολμάω. Στο Γιέλλερουπ τις ώρες εκείνες τις αναθεματισμένες τις μικρές τις ώρες τις δικές σου στη χυλωμένη ζέστη του Ιουλίου στο μπάνιο του Χόλτεγκααρντ σου ζήτησα να με παντρευτείς κι έπειτα βγήκαμε στη νύχτα. Κάπνιζα ακόμα τη μπαγιάτικη Αμφορά που κρατούσα στο ψυγείο, άπνοια, ξαστεριά και ο καπνός κοντοστεκόταν. Το πρωί μας ξύπνησαν οι φασιανοί. Οι κυρίες έπιναν μαύρο τσάι στην αυλή. Από τότε υπομονή, λίγη ακόμα υπομονή, να τελειώσει ο πόλεμος και να σε ξαναδώ.

-

Stella splendens in monte
ut solis radium /



ΜΙ

Δε θα ξεχάσω ποτέ τον Τάτση να λέει όλοι περαστικοί είμαστε, όλοι περαστικοί. Τρώγαμε την ίδια ώρα κάθε μέρα με στρατιωτική πειθαρχία. Αν δεν πήγαινα στο γιατρείο επειδή ήταν Σάββατο μερικές φορές ξεχνούσε και μπερδευόταν. Οτιδήποτε δεν ακολουθούσε το πρόγραμμα τον τάραζε όπως ακριβώς κι εμένα. Ήθελε κάθε μέρα να έχει τις ίδιες τελετουργίες, να ξέρει τι να περιμένει, και να μην τον ενοχλεί κανείς, όπως κι εγώ. Η δική μου παρουσία δεν τον ενοχλούσε, με ζητούσε πάντα όταν ήταν στο νησί. Όταν έλειπε μου άφηνε τα κλειδιά για το μεγάλο σπίτι. Εκεί θυμόμουν τα παιδικά μου καλοκαίρια, με το μόνιμο φλοίσβο και τους μπούφους τα βράδια. Μπορούσα να διαλέξω όποιο κρεβάτι ήθελα, ακόμα και το υπέρδιπλο με τα αρχαία κομοδίνα που είχανε μέσα τα Ρισπερντάλια, αλλά κοιμόμουν πάντα στο κρεβάτι εκείνο που κοιμόμουν και μικρός. Τα ίδια σεντόνια στις ντουλάπες, το ίδιο απαράλλαχτο ντεκόρ, οι ίδιες οικοσκευές, η ίδια σκόνη, η ίδια μυρωδιά. Οι αναμνήσεις με ταράζουν πλέον περισσότερο από ό,τι δεν ακολουθεί το πρόγραμμα. Φοβάμαι να θυμάμαι, γιατί φοβάμαι πως θα πιάσω πράγματα που δε θα ξαναδώ. Και έτσι τις περισσότερες φορές με ξαπλώνω αυστηρά στο σημερινό χαράκωμα με σφιχτές τις παρωπίδες και όλα παίρνουν το δρόμο τους. Αλλά κατάλαβέ με, για ένα πλάσμα της συνήθειας είναι δύσκολο να κάνει συνέχεια καινούριες διαδρομές.



TERRAFORMING




Βοριαδάκι, οι κουρτίνες φούσκωναν και ξεφούσκωναν, μύριζε ψωμί. Το Ντεπώ και οι αρχές του '90, στην ακτή της λίμνης της δυστοπίας, στις αμμουδιές της σκοτεινής συνείδησης. Τα δωμάτια στις άκρες με τα πέτρινα ντουβάρια είχαν ένα παρήγορο φως, ακτίνες μέσα απ'τις γρίλλιες των πατζουριών και ο χορός της σκόνης. Ο λευκός γρανίτης μου'λεγε πως οι πατούσες μου δεν ήταν πάνω από 3-4 χρονών, ήμουν για μια ακόμα φορά παιδί. Αν υπήρχε παράδεισος και μετά θάνατον ζωή, θα ήταν εκεί, ξαπλωμένοι σαν πάχνη πάνω απ'το γρανίτη του σπιτιού, το μόνο που θα χρειαζόταν να κάνεις θα ήταν ν'αφήσεις τα πόδια σου να σ'εγκαταλείψουν. Η χοντρή γάτα τρίφτηκε στις γάμπες μου και με αποσταθεροποίησε. Η θεία έστρωνε τραπέζι, σε μια καρέκλα καθόταν το φουσκωτό σοβιετικό κουνέλι, σε μιαν άλλη ο θείος έπινε τσίπουρο χωρίς, έφερα την πορτοκαλιά μου πιρούνα. Κανένας δε μιλούσε, αλλά η θεία ήταν χαμογελαστή, ήταν η ΕΣΤΙΑ. Δίπλα στο τραπέζι που στεκόμουν είδα στο χέρι μου το γνώριμο δαχτυλίδι, και είχα τα δυο καμένα δάχτυλα απ'το προχτεσινό ατύχημα, ο χρόνος δίπλωσε και συναντήθηκαν τα τότε και τα τώρα δα, έστρωσα το γιακά μου, και τότε είπα στα πόδια μου Αρκετά!, τα γόνατα λύγισαν και μ'ένα μαλακό παφ έγινα ανάμνηση

Τώρα είσαι δίπλα μου για πάντα, πέρα από τους φυσικούς περιορισμούς του PQRST
ηλεκτρικές αναλαμπές και στίγματα άνθρακα γράφουμε ο ένας στον άλλον από ΤΕΠ σε ΤΕΠ
από κελί σε κελί από αγωνία σε αγωνία από πλανήτη σε πλανήτη από τότε σε άλλοτε
προσωρινά πάθη, προσωρινές ανωμαλίες, προσωρινές παθολογίες
Ναυσικά, τώρα για λίγο είσαι δίπλα μου για πάντα
και είμαι ξεχωρισμένος απ'το σώμα, είμαι το φάντασμα και το σακί του
πανέτοιμος να σβήσω μες στην πάχνη

Ο ΑΡΗΣ ΔΕ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΓΗ ΟΣΟ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΝ ΖΩΗ
ΟΠΩΣ ΤΟΣΟΙ ΑΛΛΟΙ ΠΡΙΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΕΡΑΣΤΙΚΟΙ

Ρεπώ #3


Μια βρέχει μια δε βρέχει, τα ρεπώ περνάνε ταχέως, πότε στέκομαι πάλι στην αίθουσα της ανάνηψης με τ'ακουστικά στ'αυτιά ούτε που το παίρνω πρέφα, αλλά σήμερα κρύβομαι στο ωραίο νοικιασμένο μου διαμέρισμα σε έναν ωραίο ήσυχο παράλληλο κόσμο, με το σωρτς που ξέβαψε σε δυο σημεία από κάποια παλιά χλωρίνη, λουσμένος και μοσχομυριστός.

Ρεπώ #2


η λέζελάμπε τυλιγμένη με τεϊοσακούλα για να μην τυφλώνομαι το χάραμα