© 2008 - 2017


-

Archiv

Blogger news

Blogger templates

 

+

Umblättern

Kategorien

 

Ενάμιση

Τα σεντόνια είχανε διπλώσει στο κέντρο του κρεβατιού, η ραχοκοκκαλιά μου έπεφτε μες στην τρύπα και πονούσε είχε πιάσει παγετός κι είχαν κολλήσει τα παράθυρα το διαμέρισμα έβλεπε βοριοανατολικά λευκό φως γυάλινες ίνες στις γωνίες των τζαμιών το βλέμμα μου γλιστρούσε απ'τα σημαντικά στα χέρια της ήταν μες στην ένταση οι κερκιδικές αύλακες ζεστές λαβές έδιναν μια βαθιά ανησυχία μια προσμονή διαφορετική απ'την ευτελή συγκινημένος σαν ζώο δεν εμπιστευόμουν και την κρίση μου ακίνητος τα νερά της διάθλασης απ'το χειμώνα στο δωμάτιο έπαιξε λίγο το στόμα της σαν σε χαμόγελο άρπαξε το λαιμό μου όπως

τα σεντόνια είχανε διπλώσει στο κέντρο του κρεβατιού τη ρούφαγε η τρύπα ιδρώτας λέρωνε τον τοίχο είχε διασταλεί είχε καταπιεί τα όριά της σχεδόν κοιμόταν αθόρυβη κι απαξιωτική αλλά δεν έκρυβε που παλλόταν ολόσωμη καρδιά πήρα φόρα απ'το στέρνο και τη χτύπησα, ξύπνησε πριν προλάβει- -άρπαξα το λαιμό της άνοιξε τα μάτια ν'αναπνεύσει απ'τους βολβούς άνοιξε το στόμα κατάπιε βουβά τα χέρια της ήταν μες στην ένταση αιωρούνταν εκατέρωθεν ετοιμάστηκε να κλάψει τη χαραμισμένη της ζωή την άφησα κι η νέα τριβή απ'το ξέπλυμα του αίματος συσπάστηκε μισή από ενθουσιασμό μισή από θυμό μισή από 'μένα δε μ'άφησε να φύγω

ακριβώς εκείνη τη φορά τα φροντισμένα νύχια της έσπασαν πάνω στη βιάση ο πανικός μου της πρόσφερε καλύτερη θηλιά σφίχτηκε γερά τεντώθηκα, βόγγηξε, ρέγχασα κρατήθηκα απ'τη μέση της την έσπρωξα δεν έκανε διαφορά νύχτωσε μεμιάς ιριδισμός του πετρελαίου στο ταβάνι στα σεντόνια αυτή υπηρεσιακή διακριτικά ικανοποιημένη τι θλίψη η τραχεία, και δόξα ο υπόλοιπος

θα μείνουν μελανιασμένες δαχτυλιές δεν έχω να εξηγήσω θα δει ο πρώτος που θα'ρθει για το κουφάρι.

#23

-

στο σπίτι του ελαφιού
οι τοίχοι είναι φως

-

κι εκτός 
οι σκιές των ποντικών γλιστράνε στα κράσπεδα / ο βόμβος του ρεύματος στα χάλκινα καλώδια ένας ψιλός τρόμος και λίγα απροσδιόριστα φωνήεντα χωμένα σε μια καθορισμένη γλώσσα τα χαλίκια που εκτοπίζονται πηχτή υγρασία ίκτερος του δαγγείου η αφθονία δίκτυο στους σκληρούς το φανάρι αναβοσβήνει πετάω τη ζωή μου στα τυφλά απέναντι / κομπολόι τα κλειδιά χέρια στις τσέπες δακρύζει ο καιρός κι οι σταγόνες δίσκοι στις πλάκες πάνω στη λάμπα του γραφείου των ειδικών / στο εφημερείο κάποιος στέκεται εμπρός της τηλεόρασης και σιγοτραγουδάει την ενοχή του καθαρός και τυπικός, σ'έχω ξανασυναντήσει / δυο λεφτά στο διπλανό κρεβάτι να χάνεις δυο βάρδιες, κι η νέα άρρωστη σκιρτούσε δίπλα σου / τα κουνούπια σκαλωμένα στις σίτες ο άκαφτος καπνός που όλα τα ψαχνά μυρίζαν έτσι έντεκα στον ενδιάμεσο σταθμό ο κύκλος του 19 οι θέσεις της παρηγοριάς το απόβραδο έκλαιγε σιωπηλά στην πλατειούλα / δε θα, και θα...

-

ο μόνος ένοικος έχει σπασμένα πόδια
περιμένει το γιατρό του κάβουρα

-

L'ebbrezza già si fa marea

One day, walking by the sea,
I heard a sweet voice calling me
I looked -but nothing could I see;
I listened -but no more I heard;
only the sea and the sea-bird
and the blue sky were there with me.
S. Stilwell

Feel the void

come in the gaping mouth
don't hit and run
don't hit and run

make yourself at me
tear your eyelids apart. Examine
carefully / bruised

slightly icteric, under the cloth
the nervure shines tense
well-deserved. Well-deserved

the last kiss on your forehead tastes of
disease, my fingers dipped in you

let me stay and
share some love
make a good sentence

let me stay and
watch me
feel the void

---

invent a new torment
throw me the guilt
no, no
you never
hit and run
hit and run

delicate as medieval silk
dissolving in my hands

---