© 2008 - 2017


-

Archiv

Blogger news

Blogger templates

 

+

Umblättern

Kategorien

 

Μικρό νησί, μεγάλη φυλακή

08.2020





Tell her this
And more,—
That the king of the seas
Weeps too, old, helpless man.
The bustling fates
Heap his hands with corpses
Until he stands like a child
With surplus of toys.

S. Crane

Σχήμα κύκλου

 x2 + y2 = ρ2

Τίποτα δεν είναι άσπρο μαύρο. Από την τσάκιση του ορίζοντα αναδύεται το σπίτι με την ανθισμένη είσοδο μέσα από ένα σύννεφο σκόνης στη λιακάδα του μεσημεριού, μέσα από ένα σύννεφο σιωπής στη φούστα του νησιού και με προγκίζει στα πλευρά το σπιρούνι της λατρείας κι ανοίγεται μια τρύπα, μέρες άφεσης και μέρες αμαρτίας. Από τα σκούρα μαλακά γένια στα μάγουλα γραμμή για το λαιμό και κάτω το τρίχωμα δεν κάνει παύσεις η ανελέητη τελεσιδικία της ήβης το μαστίγωμα του βήματος του χαλαζία στο κάθε τικ και τακ του δευτερολεπτοδείκτη έτσι φτιαγμένος έτσι σταλμένος από το χέρι του Θεού διά του μουνιού της μάνας του, από τις ρίζες των λεπτότατων μαλλιών ως τα αντιληπτικά μου ακροδάχτυλα, γλίστρημα στα σκαλιά πρωί του παγετού και η αυλή έχει εξαφανιστεί και δεν προσγειώνομαι ποτέ, από τις πυκνές μελαχροινές βλεφαρίδες στις τρυφερές πατούσες, αργή, σκεπτική διαδρομή πάνω στα πλακάκια της σκακιέρας. Ένα νυχτερινό έντομο αθάνατο νεκρό σε ρητίνη μέσα στο φυαλίδιο θυσία του κυνηγού στα πόδια του θηράματος λάφυρο του πολεμιστή και δώρο αντί δώρου και στάγδην στάγδην στάγδην η σπονδή, δίπλα αυτός και τα μαθηματικά του και ένα μπουκάλι ανώνυμο ποτό, όλοι οι άλλοι σβηστοί και θολωμένοι στην ασημαντότητά τους, στο αριστερό ημιστήθιο η ροζέττα που έχω κι αν έχω ασπαστεί γλείφει τη λαιμόκοψη, παίζει τα μαύρα, παίζω τα άσπρα, από τα δάχτυλα στον ξύλινο ίππο στην πράσινη τσόχα της βάσης στα άσπρα και στα μαύρα στην κόκκινη τσόχα της βάσης στον ξύλινο βασιλιά στα δάχτυλα γραμμή από τη φλέβα της καρδιάς στο λείο δέρμα μπλόκο στην αδρή κοκκινωπή γενειάδα και στα ισχνά κρυμμένα μάγουλα και μπαμ ανάμεσα στα μάτια προμετωπιαία λευκοτομή με το δρεπάνι των εσώτερων παθών. Δυτικός προσανατολισμός σουρουπωμένη παρηγορία, το ζεσταμένο, κουρασμένο φως κι ο κάματος της μέρας που ξεφεύγει από την τσάκιση του ορίζοντα πτήσεις βιαστικές πάνω απ'τις λάσπες και τα έλη και τις επίπεδες ακτές στο σπίτι με την ανθισμένη είσοδο στο στόμα μου με όλες του τις μικρές πληγές στον ενυδατωμένο φάρυγγα στην εύκαμπτη τραχεία στα πνευμόνια στους υπεζωκότες στα πλευρά στην τρύπα τη σπιρουνιάρα και την εκκλησιαστική και έξω πάλι, κόκκοι σκόνης παντοτινά αιωρούμενοι κειμήλια αρχαία, ίππος ορθός και ξαπλωμένος βασιλιάς. Τα σύνορα που περνώ για τη φτηνή βενζίνα, τα σύνορα που περνά για τ'ακριβά μου μάτια, κορμί επί κορμιού, λόξα επί λόξας και χέρια πόδια εντός εντός επί τα αυτά, κι αυτά κι αυτός και τα μαθηματικά του, κι αυτά κι εγώ και όλα μου τα λεξικά, ασύμπτωτες ευθείες και τα όριά μας και ένα μπουκάλι ανώνυμο ποτό, τίποτα δεν είναι άσπρο μαύρο.

Στους ώμους του Haldane

 

Κλειστή σταυροφορία. 
Πεθαίνουμε προς το φως, δηλαδή η νευρωνική μάζα συνοψίζεται σε εκφορτίσεις που συγκεντρώνονται σε ένα σημείο που μικραίνει και μικραίνει ώσπου πέφτει το σκοτάδι για πάντα.

Έβγαλε ξερό παγετό και μετά από λίγο βοριαδάκι, ακινησία. Ψιλό κύμα, η άμμος είναι τραγανή, τα φύκια σιωπηλά, κάνει πολύ κρύο ακόμα και για τις μυρωδιές. Φορώ τη στεγανή στολή καθοδηγούμενος από την αυθεντία της, με παρατηρεί επισταμένα.
-Πέρασα κι εγώ τις εξετάσεις, τι με κοιτάς;
-Όταν τις πέρασες ήταν καλοκαίρι.
Επί του πρακτέου, στολή αστροναύτη στη δουλειά, στολή αστροναύτη και στη σχόλη. Το νερό είναι σίδερο, βουτάμε και πέφτει η διαθλαστική νύχτα. Κρατάμε τους μεγάλους φακούς και φέγγουμε στο τίποτα για ώρα, ώσπου αποκαλύπτεται ένα λαμπερό κοπάδι παπαλίνες σαν σύννεφο ασημόσκονης.
Η μόνη φασαρία είναι του εργοστασίου που έχω για κορμί, η ανάσα και το καρδιοχτύπι και το ρούφηγμα και ξερούφηγμα των τυμπανικών μεμβρανών και το λίγο υγράκι στο δεξιό μέσο ους που άφησε πίσω το τελευταίο κρυολόγημα, και τώρα κυλάει μπερδεμένο πέρα δώθε ενώ αιωρούμαι πανάλαφρος και ασήκωτος υπό το βάρος του διαστήματος. Έχω την αίσθηση πως κοιμάμαι. Κοιτάζω το ρολόι, κοιτάζω το σύννεφο της ασημόσκονης, και όταν ξανακοιτάζω το ρολόι η ώρα είναι αλλιώτικη, αλλά ίσως και να μην πρόσεξα πολύ στο πρώτο τσεκ. Η φέξη του φακού της λίγα μέτρα πιο πάνω μοιάζει ολόγιομο φεγγάρι σε χαμηλή μουντάδα. Το σύννεφο κάνει μια πεπερασμένη αιωνιότητα να χαθεί. Και όταν τελικά χάνεται, αλλάζει το τοπίο, το ταξίδι στενεύει. Ο άγνωστος πλανήτης, μια σκόνη λασπένια και αργή, απάτητη, μυστική, αχόρταρη, μουλιασμένη στον αστρικό φοινικίτη.
Στον πάτο κάθονται μεγαλοδράκαινες. 
Δεν έχω ξεχάσει τον πόνο που κάνει το κεντρί τους.
Όρθιος στους ώμους του Haldane έχω την πλήρη εποπτεία των σημείων μου.

-

Ποτέ κατάδυση χωρίς σύντροφο, είναι φοβερό το κατά μόνας αμάρτημα, μπορεί να το πληρώσεις με ό,τι έχεις. Αναγκάζεται να ρυθμίσει τους χρόνους βάσει του ασθενέστερου, δηλαδή εμού, με παίρνει γρήγορα το κρύο και οι μύες μου είναι στο πάνω πόδι να με δαγκώσουν, ασυνήθιστοι σε τέτοιες επιχειρήσεις. Προτιμώ να στέκομαι στο κατάστρωμα, προτιμάει να είναι μέσα στο ζουμί, αλλά δε λέω όχι στα λημέρια της, όπως δε λέει όχι στα δικά μου. Οι πίνακες της αποσυμπίεσης βρίσκονται συνήθως στο μαρμάρινο περβάζι δίπλα στη χέστρα, μαζί με το παπί και το εφεδρικό σαπούνι, είναι ανάγνωσμα φανταστικό για την ευχεσία κατά τη γνώμη της.

-

Μασουλάω ένα κομμάτι ψωμί με κύμινο, στο άλλο χέρι έχω το αλουμινόχαρτο με το κασέρι, διαχρονικό Käsebrot, δεν αλλάζει πολύ ο άνθρωπος από την αρχή ως το τέλος του. Στο κελί του αναπνευστήρα κάθεσαι φυλακή με τα χνώτα σου και τους φόβους σου, κι αυτό ισχύει είτε στον έχωσες οικειοθελώς, είτε σε παλούκωσαν αναγκιωμένα. Είναι ευτυχία ο καθαρός αέρας και μια μουτσούνα και δυο πνευμόνια που μπορούν να στον ταΐσουν ανεμπόδιστα. Το φως γλυκαίνει κι όμως μένει παγερό, και από το φως γεννιέμαι στο σκοτάδι, αφήνω πίσω την ακτή και χώνομαι στο δάσος, αυτή είναι η γωνιά μου σ'αυτήν την αχανή καταστροφή και δημιουργία. Έχω την αίσθηση πως κοιμάμαι επειδή είναι όλα υπνωμένα, ήσυχα και ακίνητα, δε βάζουν καμιά κόντρα, δε δίνονται κιόλας, υπάρχουν για μένα και για σένα, και τα χαίρομαι που υπάρχουν, ο κόσμος αμφιφανής σε παύση, γλιστρώ αναίμακτα σαν φάντασμα ανάμεσα στα μόρια του σύμπαντος χωρίς καμιά βιασύνη, έτσι ακριβώς όπως πρέπει να γίνεται, με βλέμμα αγνό και στη σιωπή. 

Σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος.

ὤλετο μέν μοι νόστος, ἀτὰρ κλέος ἄφθιτον ἔσται

Τα φώτα ιδρώνουν αλλιώτικα στις ακτές της βόρειας Σουμάτρας, τα κουνούπια βουΐζουν πιο τραγουδιστά στ'ανοιχτά του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε και όταν σε τσιμπάνε παίρνουνε μπουκιές, οι καταιγίδες στη θάλασσα Φλόρες μυρίζουν ινδοκάρυδο, τα παραδείσια πουλιά του Τιμόρ κάνουνε κόντρες με τους γλάρους όταν πλέεις τσίμα τσίμα, τέτοια μαλλιά δε θα δεις αλλού, μαλλιά πανέμορφα αλειμμένα με το λάδι του λωτού, στο νότιο ημισφαίριο όλα έρχονται τούμπα, εκεί δε σου δείχνει το δρόμο ο πολάρις που ξέρουμε, αλλά ο αυστραλιανός πολάρις, που είναι αλλιώτικος και ξένος, και ρίχνει ένα φως πρασινωπό όταν τρως το μπουμπούρ σάγκου που είναι μύξα των γιγάντων. -Έχει γίγαντες στο νότιο ημισφαίριο; -Ναι, φυσικά και έχει. -Κοιμάσαι; Μην κοιμάσαι. -Δεν κοιμάμαι, ξεκουράζω τα μάτια μου. -Πες μου πάλι για τη Βόρεια Αφρική.

-

Ήμουν στο Μπέργκεν όταν προσγειώθηκες στο Κάδιθ και χαράματα χτύπησε το τηλέφωνο, απάντησα μισοκοιμισμένος και μου είπες να ρε, έφτασα στα Γάδειρα, και νόμιζα πως είχες μετανιώσει και είχες πάει σε κάποιο χωριό της Καβάλας αντί του αρχικού σχεδίου, φυσικά και δεν είχες μετανιώσει, δεν είσαι παιδί που κάνει πίσω. Δεν ήταν έκπληξη για κανέναν παρά για τον πατέρα σου, που μια ζωή είχε σύνθημα δεν είναι πράγματα για γυναίκες αυτά, και μια ζωή σου'κανε πλάτες για όλα εκείνα τα πράγματα που δεν ήταν για γυναίκες, και νομίζω έλεγε το σύνθημα σα χαλασμένο κασεττόφωνο χωρίς να το πιστεύει, επειδή τον είχε επηρεάσει η κασεττίλα του ΚΚΕ, και δε μπορούσε πια ούτε ποδοδάχτυλο να βγάλει έξω απ'τη γραμμή, άσχετα που ο κώλος του μόνο τη γραμμή δεν ακολουθούσε.

Σπούδασα τη Βόρεια Θάλασσα και τις σκανδιναβικές δαντέλες, δεν αγάπησα ποτέ άλλη γωνιά του κόσμου όσο το W A T T E N, όμως εκείνη η γοητεία των ζεστών χωρών με την οποία φρόντισε να με γαλουχήσει η μάνα μου πριν φύγει δε μ'άφησε ποτέ, και θάφτηκε στο αίμα μου σαν σπόρος. Η χλωμιάρα σάρκα μου υποφέρει από τον ήλιο, τα μάτια μου εκπλήσσονται όταν ξημερώνει ξαφνικά, αλλά τότε που πήρες να μου διηγιέσαι λίγο λίγο για τη σκόνη της ερήμου, το Πόρτο δας Σαλέμας που το'βλεπες απ'τα αχαμνά, δηλαδή από τη λάθος μεριά, από τη βάρκα, τα χρυσά κάστρα του Εσσαουίρα από ινδικό χρυσό, όχι τον ξεπλυμένο τον ευρωπαϊκό, το ψηλό, κοφτό κύμα του Ατλαντικού κοντά στο στόμα της Μεσογείου, ξανάγινα παιδί, έπεσε μια χούφτα νερό στο πατριωτικό κρασί μου, ξεκόλλησαν οι παρωπίδες και χάθηκαν έτσι που έτρεχα σαν καμτσικωμένος, φύτρωσε ο αρχαίος σπόρος και μου'σκισε τη σάρκα, ξεκίνησε αυτό που θα εξελισσόταν σε καθαρή προδοσία στο Σαρόκο. -Πες μου πάλι για τη Βόρεια Αφρική.

-

N VS S




Moonshine bum

We built everything from fine rain
our parallel world by the river
of wheels in its tarry bed
around us and from us the tributaries flow

the fountain of fevers
the glistening waters sheet after sheet
sliding off my skin and yours
the sun from the streetlights

reflecting on my moonshine bum
showing Dalum how it's done

x