Βοριαδάκι, οι κουρτίνες φούσκωναν και ξεφούσκωναν, μύριζε ψωμί. Το Ντεπώ και οι αρχές του '90, στην ακτή της λίμνης της δυστοπίας, στις αμμουδιές της σκοτεινής συνείδησης. Τα δωμάτια στις άκρες με τα πέτρινα ντουβάρια είχαν ένα παρήγορο φως, ακτίνες μέσα απ'τις γρίλλιες των πατζουριών και ο χορός της σκόνης. Ο λευκός γρανίτης μου'λεγε πως οι πατούσες μου δεν ήταν πάνω από 3-4 χρονών, ήμουν για μια ακόμα φορά παιδί. Αν υπήρχε παράδεισος και μετά θάνατον ζωή, θα ήταν εκεί, ξαπλωμένοι σαν πάχνη πάνω απ'το γρανίτη του σπιτιού, το μόνο που θα χρειαζόταν να κάνεις θα ήταν ν'αφήσεις τα πόδια σου να σ'εγκαταλείψουν. Η χοντρή γάτα τρίφτηκε στις γάμπες μου και με αποσταθεροποίησε. Η θεία έστρωνε τραπέζι, σε μια καρέκλα καθόταν το φουσκωτό σοβιετικό κουνέλι, σε μιαν άλλη ο θείος έπινε τσίπουρο χωρίς, έφερα την πορτοκαλιά μου πιρούνα. Κανένας δε μιλούσε, αλλά η θεία ήταν χαμογελαστή, ήταν η ΕΣΤΙΑ. Δίπλα στο τραπέζι που στεκόμουν είδα στο χέρι μου το γνώριμο δαχτυλίδι, και είχα τα δυο καμένα δάχτυλα απ'το προχτεσινό ατύχημα, ο χρόνος δίπλωσε και συναντήθηκαν τα τότε και τα τώρα δα, έστρωσα το γιακά μου, και τότε είπα στα πόδια μου Αρκετά!, τα γόνατα λύγισαν και μ'ένα μαλακό παφ έγινα ανάμνηση
Τώρα είσαι δίπλα μου για πάντα, πέρα από τους φυσικούς περιορισμούς του PQRST
ηλεκτρικές αναλαμπές και στίγματα άνθρακα γράφουμε ο ένας στον άλλον από ΤΕΠ σε ΤΕΠ
από κελί σε κελί από αγωνία σε αγωνία από πλανήτη σε πλανήτη από τότε σε άλλοτε
προσωρινά πάθη, προσωρινές ανωμαλίες, προσωρινές παθολογίες
Ναυσικά, τώρα για λίγο είσαι δίπλα μου για πάντα
και είμαι ξεχωρισμένος απ'το σώμα, είμαι το φάντασμα και το σακί του
πανέτοιμος να σβήσω μες στην πάχνη
Ο ΑΡΗΣ ΔΕ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΓΗ ΟΣΟ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΝ ΖΩΗ
ΟΠΩΣ ΤΟΣΟΙ ΑΛΛΟΙ ΠΡΙΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΕΡΑΣΤΙΚΟΙ