© 2008 - 2017


-

Archiv

Blogger news

Blogger templates

 

+

Umblättern

Kategorien

 

So dunkel ist keine Nacht, dass Gottes Auge nicht darüber wacht

Το σκάφος στ'ανοιχτά καβάλα στις χαίτες των κυμάτων ή έτσι θέλω να το φαντάζομαι. Μάρτιος στο βόρειο Ατλαντικό, καιρός και το βελούδινο σκοτάδι της χαμηλής νέφωσης. Εδώ τα μυστικά είναι για πάντα: η μόνη γυναίκα του πληρώματος θα πέσει στο νερό και θα εξαφανιστεί μαζί με τις σταγόνες της βροχής. Είχε το τυχερό κενό ανάμεσα στα μπροστινά δόντια. Ένας Σπανιόλος την είχε σταματήσει νέα στη Ζυρίχη, την είχε πιάσει από τους ώμους και της είχε πει με μεγάλη σοβαρότητα: Εσύ γεννήθηκες τυχερή! Φαίνεται στα δόντια! Τα είχε όλα. Και; Η σούμα είναι πάντα ίδια. Στην κουκέτα διαβατήρια, βίζες, χαρτούρα και το σημείωμα. Το μπουμπουνητό των μηχανών, οι φάπες του νερού, ο αέρας σε ριπές, φωνές, βιαστικά βήματα στις λαμαρίνες, είναι ο κόσμος που αφήνεις.

-

Γύρω από το δέντρο της κρεμάλας χορός από σκιές. Αφέγγαρη νύχτα, σε κάνει να νομίζεις πως όλα θα μείνουν για πάντα μυστικά. Μη γελιέσαι. Θα σκάσει το πρώτο φως, θα κρυφτούνε τα στοιχειά, και το γκροτέσκο σκηνικό θα απογυμνωθεί: στη Χ. Άππελς ένας χλωμός καμπούρης εκ γενετής μεσόκοπος αναρτημένος απ'την οξιά με τη γλώσσα πρησμένη σα γλυκοπατάτα να εξέχει στραγγαλισμένη από το μπλαβί στόμα, απροσδιόριστα ζουμιά, το σημείωμα, το πορτοφόλι με το δίπλωμα οδήγησης στην τσέπη και δυο κλειδιά. Τα φύλλα που θροΐζουν, το σούσουρο στα θάμνα, τα νύχια ενός σκυλιού στο χαλίκι, η αγκράφα του λουριού, τα σπορτέξ του αφεντικού του, είναι ο κόσμος που αφήνεις.

-

Λευκές λάμπες η αιώνια μέρα και μυρωδιά αλοθανίου. Τα χοντρά ντουβάρια του νοσοκομείου δεν αφήνουνε τίποτα να φύγει. Όλα φανερά αλλά μόνο εδώ μέσα. Μια θηλιά από την παροχή του οξυγόνου με το μανίκι της ιδρυματικής στολής. Τα μάτια που γυαλίζουν απ'την κούραση, τα ζεστά χέρια και το γεγονός, ένα κορμί δοκιμασμένο, κρύο με την πλάτη στη λαδομπογιά και τα πόδια ίσα ν'αγγίζουν το μωσαϊκό. Στον καρπό το έντυπο βραχιόλι με τ'όνομα και τον κωδικό. Το φύσημα της παροχής, οι βόμβοι των μόνιτορ, η μακρόσυρτη τσιρίδα του αλάρμ, τα σαμπώ που σπεύδουν πάνω στο ανένδοτο πάτωμα, είναι ο κόσμος που αφήνεις.

-

Ο χρόνος σου είναι αθόρυβος σαν κλέφτης, οι μεγάλες σου χαρές μαζέψανε στο πλύσιμο, τα ασήμαντα μαρτύρια που σε περιπαίζουν είναι σκηνικά από βουβό κινηματογράφο, στέκεσαι μόνος σε ένα άδειο δωμάτιο, η καρδιά σου παίζει τις γνωστές ριπές που προμηνύουν πως θα πέσεις ξερός, άσκηση στις αναχωρήσεις, τη στιγμή που παραιτείσαι απ'την παρτίδα σκέφτεσαι πως κάτι δεν πάει καλά, κι όμως όλα πηγαίνουν σύμφωνα με το θείο πλάνο - τα μυστικά του χειμερινού ηλιοστασίου, η παντοδυναμία της ασθενίας, το πείσμα, τα χείλη σφαλιστά, τη φωνή μου διάολε δε θα σου κάνω τη χάρη να την ακούσεις πάνω στη χασούρα! Ο ζόφος σπάει από το φως αυτών που μένουν πίσω αλλά πολλά είναι καλύτερα να μένουν στο σκοτάδι. Ο Θεός βλέπει αλλά δε μιλά. Λιποθυμάς σα γκομενίτσα και ούτε ένα λεπτό αργότερα έχεις συνέρθει, ίσα να πάρεις μια γεύση απ'το αντικείμενο μελέτης και πίσω στο θρανίο, πίσω και στη βέργα. Ο Θεός σε βλέπει και γελά.

-

Κύκλοι του Μιλάνκοβιτς

Μετά τη φωτιά σηκώθηκε η στάχτη
τα πόδια μέσα σε μάλλινες μπότες σαν γριά 
απ'τα Μπίτολα. Και όλα έγιναν χειμωνιάτικο
απόγευμα σε χωριά που καίνε κωκ.

Στο κελί ξυπνάει μια ζέστη τροπική
η τρύπα για παράθυρο κρατάει τα μυστικά αλλά
αν φέρεις το περίεργο μάτι κοντά στο τζάμι
θα τη δεις

αμέθυστοι σε κάθε κανθό, βροχή στην αλυκή
και γύρω απ'τη μέση της οι κύκλοι του Μιλάνκοβιτς.

Επαγωγή

09.2023 on board Esvagt H.

-Τι σκέφτεσαι όταν τραβάς μαλακία;
-Συνήθως τίποτα.
-Γκόμενες με αχονδροπλασία; Μίτζετ πορν;
-Δεν τραβάω μαλακία πολύ συχνά πια.
-Έλα, πες.

Μερικές φορές σκέφτομαι εσένα. Κοντεύει εικοσαετία - είσαι η πιο ανθεκτική φαντασίωση ως τώρα.
Μερικές φορές σκέφτομαι κάποια άσχετη που είδα στην τηλεόραση. Την κόρη του Μπόνου, για παράδειγμα. Ή την Κάριν Ντ., τη Μάγκυ Τζύλλενχωλ, τη Μάγκυ Τσανγκ. Ή και κάποια που είδα κανονικά. Τη Σάρα, ή τη δεύτερη Όλγα, ή εκείνη τη Φαροέζα που δε θυμάμαι πώς τη λένε. Και αυτό είναι φυσιολογικό, το λέει το κατεστημένο.
Αλλά αυτό που δεν είναι πολύ φυσιολογικό, είναι που τα τελευταία χρόνια ολοένα σκέφτομαι τον Α.
Σκέφτομαι τον τρόπο που κάποιες φορές ξαπλώνει στην πλάτη του στον καναπέ-που-γίνεται-κρεβάτι του, με τραβάει από το μπούτι ή τη ζώνη ή κάτι άλλο ανορθόδοξο, και δεν του φτάνει να είμαι από πάνω του. Læg dig dog. (Ξάπλωσε ντε.) και με τραβάει κι άλλο, ώσπου ξαπλώνω πάνω του σαν να είναι ανθρωπόμορφο στρώμα, και η ανάσα του αλλάζει λίγο από το βάρος μου.
Σκέφτομαι εκείνη την περίεργη αίσθηση, που μοιάζει με την αίσθηση που έχουν τα πράγματα όταν ονειρεύομαι, όταν είμαι μέσα του και η πούτσα του είναι ανάμεσά μας, και είμαι όλος τόσο ζεστός παρά τα φάρμακα, μέχρι και τα μαλλιά μου είναι ζεστά, νιώθω σαν ανθρωπόμορφη θερμάστρα πάνω στο ανθρωπόμορφο στρώμα, και με κρατάει από τα πλευρά, και με κουμαντάρει χωρίς να μιλάει, και κάνω ό,τι μου ζητάει ώσπου να χύσει, και συνεχίζει να με κρατάει ξαπλωμένο, Bliv ved, mand. (Συνέχισε ρε.) και χύνω χωρίς να κουνιέμαι σχεδόν καθόλου, σαν μορμόνος.

Γράφω πολύ για τον Α. γιατί ενώ θέλω να λέω πως είμαι πια συμφιλιωμένος με αυτήν την ιστορία, είναι φανερό πως δε μπορώ να τη χωρέσω. Δεν είναι αδυναμία, αυτό είναι ευφημισμός. Είναι η μεγάλη πληγή. Αυτός ο έρωτας ήταν ένα ύπουλο σημείο καμπής και είναι και το πιο καθοριστικό πράγμα που έχω βιώσει. Με άλλαξε όσο τίποτε άλλο, με ξεγύμνωσε, με έγδαρε και δε μου άφησε ίχνος φλούδας. Ήταν η ενηλικίωσή μου. Μου είχες πει Δε μπορείς να αγαπήσεις. Δεν έχεις την ικανότητα αυτή, το '16, με τη σιγουριά που έχεις όταν ανακοινώνεις τα αποφθέγματά σου σαν σωστή κνίτισσα, πώς να 'ξερες τι ερχόταν; Ήμουν σκληρός και αψύς, ήμουν σαν πετσί. Δε μπορώ να αγαπήσω καθαρά, γιατί δε μπορώ να ξεχωρίσω το σώμα απ'την ψυχή. Αλλά μπορώ να αγαπήσω με όλο μου το αίμα. Ένα θηρίο δυο ή τρεις φορές πιο ψηλό και πιο φαρδύ από μένα, που πετάγεται από εντός μου σαν κύμα δολοφόνος από το πουθενά μια μέρα νηνεμίας. Αρκεί μια φευγαλαία σκέψη για να με συνοψίσει. 

Η ανεστίαστη ματιά που είχα κάποτε, το ευρύ οπτικό πεδίο που αποκάλυπτε πάντα περισσότερα από όσα ήθελα, τραβήχτηκε απότομα τον Απρίλιο του '21 στο MODT. 7. Ήταν το χέρι του Θεού. Ξαφνικά είδα πολύ στενά μα με απίστευτη σαφήνεια, η περιφερική μου όραση θόλωσε και σκοτείνιασε. Ο κόσμος έσβησε στο παρασκήνιο, δεν υπήρχε τίποτα άλλο παρά αυτός, και εκείνη η βελονότρυπα μέσα από την οποία έβλεπα μου έδειξε ακριβώς ό,τι χρειαζότανε να δω.

///

Το χέρι του Θεού φυτρώνει από ψηλά και ραίνει με ευλογίες. Η ομορφιά του κόσμου είναι στο δυϊσμό. Χωρίς αντιθέσεις το μάτι είναι τυφλό. Η πίστη φαίνεται δίπλα στην απιστία. Το χέρι του Θεού φυτρώνει από ψηλά και γίνεται δρεπάνι. Η χάμσα, η προστασία απ'το κακό. Το σκοτάδι αναβλύζει απ'το σώμα, το κακό είναι μέσα σου. Το παραμύθι που σε κάνει να κρατιέσαι με ό,τι έχεις, η φτηνή ελπίδα πως η ρόδα κάποτε θα σταματήσει να γυρίζει. Τα νύχια σου ξηλωμένα και μπηγμένα στο μαλακό χώμα, το χαρτάκι είναι στημένο έτσι ώστε να μη βγαίνει ποτέ ή έτσι λες. Τίποτα εκεί έξω δε μπορεί να σε θεραπεύσει, αλλά θα περάσεις τη ζωή σου γυρεύοντας. Είναι μοναχικό ταξίδι. Ο θάνατος είναι παιχνίδι για έναν.

Το χέρι του Θεού. Εκείνη η φωνή που χαϊδεύει το κεφάλι από μέσα, ένα κέρμα που πέφτει στο πηγάδι για ευχή. Ξυπνάς κι ό,τι σε πονάει είναι εκεί. Δεν υπάρχει λόγος για εντολές. Ξέρεις πότε ξεστρατίζεις. Ο ουρανός πλαταίνει όσο απομακρύνεσαι από τον ισημερινό. Ο αέρας αλλάζει, το νερό. Το αίμα ταξιδεύει πίσω από τους αμφιβληστροειδείς και η μέρα διαδέχεται τη νύχτα στο σφυγμό. Η αμαρτία και η τιμωρία παίζονται ταυτόχρονα. Το αθώο διάστημα της πέμπτης καθαρής, ένα ντο-σολ. Το φθίνον σώμα, το χώμα που υποχωρεί, οι βίαιες εναλλαγές από πλήμμη σε ρηχία, τίποτα δεν είναι φτιαγμένο για να αντέξει τέτοια εύρη. Από τη μια μεριά η τύχη και από την άλλη το στρατήγημα. Το χέρι του Θεού θα δέσει και θα λύσει. Δεν είναι μοιρολατρεία, είναι μια μαχαιριά που έρχεται λοξά. Οι φόβοι σου θα κρύβονται για πάντα στ'ανοιχτά. Οι εφιάλτες δεν περιμένουν να κοιμηθείς για να σε βρουν. Ο κόσμος είναι απλός, βουτιά στα άσπρα μαύρα. Να είσαι έτοιμος να λυγίσεις, να είσαι έτοιμος να σπάσεις. Το χέρι του Θεού δείχνει πού θα βρεις αυτό που ψάχνεις. 

-

Αγαπημένε μου Άλμπερτ.




-



Kahlil Gibran


Balfour vs. דאיקייט

Οι Εγγλέζοι είχαν ιστορικά κλίση στο παιχνίδι της αποικιοκρατίας. Σαν ένας Μίδας της σκακιέρας είναι φοβερή ικανότητα να μετατρέπεις ό,τι αγγίζεις σε πιόνια. Ό,τι δεν ήταν Ευρώπη, ήταν για τους δυτικούς terre sauvage. Και αν έπαιξαν! Με την ψυχή τους. Εμείς από την άλλη είχαμε ιστορικά ροπή στη μετανάστευση, και αυτό δεν είναι και κανένα αξιοθαύμαστο ταλέντο. Ο σιωνισμός εξυπηρετούσε και εξυπηρετεί δυο μέτωπα και κάτι: αυτούς που δε γουστάρουν τους εβραίους στην αυλή τους, τους ματαιόδοξους εβραίους και τους ουτοπιστές σαν υποσημείωση. Η λαμπρή ιδέα μιας πατρίδας για τους εβραίους ήταν ισοδύναμη με το να φυτρώνουν οι αποικιοκράτες ένα τρίτο χέρι, το οποίο θα γινόταν τόσο μακρύ, ώστε να τους χώσει ως τον αγκώνα στις δίπλες της μέσης Ανατολής, την οποία είχαν κάθε επιθυμία να μοχλεύσουν. Για τους σιωνιστές ήταν δικαίωση. Ο Χερτσλ γεννήθηκε στην Αυστριακή Αυτοκρατορία και πέθανε στην Αυστρουγγαρία. Πέθανε εβραίος αλλά όχι Ισραηλινός.

Είχε παρατηρήσει εύστοχα πως όπου μαζευόμαστε, εμφανίζονται διώκτες. Δεν ήταν παρανοϊκή καχυποψία. Είμαστε εργατικοί και όχι ηλίθιοι. Είμαστε κλειστοί και καθώς λίγοι, συχνά διαφορετικοί. Μέναμε αφοσιωμένοι στη διαφορετικότητά μας, ενίοτε με μια πεποίθηση ανωτερότητας. Δε θέλει περισσότερα για να εκλυθεί το μίσος. Η κοινωνία αρρωσταίνει από την φυσική τάξη των πραγμάτων, φτάνει να ρίξει κανείς μια ματιά στα παιδιά μιας σχολικής τάξης: ο πιο χοντρός ή ο πιο μυταρόλας ή ο αλλήθωρος, όλοι αυτοί πρέπει να τιμωρηθούν για τη διαφορετικότητά τους. Όταν ο Θρασύβουλος ο Μιλήσιος έκοβε τους πιο ψηλούς βλαστούς του σιταριού, κάπου ένα παιδί ησύχαζε ικανοποιημένο. Είναι το ΥΦΑΣΜΑ του ανθρώπου. Από αυτήν την πραγματικότητα, ο Χερτσλ ονειρεύτηκε ένα μέρος όπου θα ήμασταν εμείς τα αφεντικά. Μια επανόρθωση. Και ανοίγοντας τα ιερά βιβλία, βρίσκει κανείς και το μέρος, βγαλμένο από τα παραμύθια, όπως αρμόζει σε μια φαντασίωση. Ένας κουβάς με εβραίικο αίμα, καλά καπακωμένος, που να μη χρειάζεται να εκτεθεί στις τραυματικές καταστάσεις που συνοδεύουν τις μεγάλες διαφορές εντροπίας.

Η ένσταση σ'αυτό το όνειρο θερινής νυκτός είναι η *דאיקייט, το να είσαι εδώ, που γεννήθηκε από την εργατική εβραϊκή ένωση (אלגעמיינער יידישער ארבעטער בונד אין), αρκετά πριν αρχίσουν οι φρίκες του Β' ΠΠ. Το να είσαι εδώ, να δουλέψεις για να στρώσεις τα πράγματα όπου βρίσκεσαι, αντί να σηκωθείς ακόμη μια φορά και να φύγεις. Είναι η εξύψωση της Διασποράς. Η εναντίωση στο σιωνισμό δεν ήταν ανέκαθεν αντιεβραϊκό "προνόμιο". Υπήρχαν και υπάρχουν εβραίοι που δεν ασπάστηκαν τις κατευθυνόμενες υλοποιήσεις της φαντασίωσης του Χερτσλ. Ο Χερτσλ είναι συνεκδοχή. Πίσω από τον Χερτσλ είναι όλοι οι κατατρεγμένοι εβραίοι της Διασποράς, όλα τα κυνηγητά και όλες οι φυγές, ο κατακερματισμός και οι δυσκολίες μιας κουλτούρας με μακρά ιστορία, είμαστε όλοι εμείς, ξεκινώντας από τα αναθεματισμένα βιβλία, ξεκινώντας από έναν περίτεχνο μύθο. Οι συνθήκες έκατσαν στο κεφάλι αυτής της μυθοπλασίας σαν σκούφος. Η דאיקייט ξεθώριασε, καθώς η μπογιά του Ισραήλ άρχισε σιγά σιγά να ποτίζει και εκείνο το πανί, όχι αδικαιολόγητα, αφενός γιατί το ήθελαν εξ αρχής πολλοί, εβραίοι και μη, η κάθε πλευρά για να εξυπηρετήσει τους δικούς της σκοπούς, και αφετέρου γιατί η πληγή που χαίνει από το Ολοκαύτωμα έσπειρε μια άλλη επιφυλακή μέσα σε κάθε εβραίο. Είναι ένα τραύμα που δεν περιορίστηκε στους επιβιώσαντες, οι οποίοι σταδιακά εκλείπουν. Είναι ένα τραύμα κληρονομικό. Τα συμβάντα εκείνα καθόρισαν τον τρόπο που γαλουχήθηκε η κάθε επόμενη εβραϊκή γενιά. Θέλει σιδερένια ραχοκοκκαλιά για να μείνεις Γερμανός στην ίδια Γερμανία δίπλα στους ίδιους γείτονες που αγκάλιασαν το ναζισμό, ή να γυρίσεις από την κόλαση για να βρεις τα υπάρχοντά σου εξαφανισμένα από τα όρνια που έμειναν πίσω. Θέλει ελαστική υπερηφάνεια για να συνυπάρχεις με το χτυκιό των αρνητών. Είναι μια τελετή ενηλικίωσης. Η αποδοχή του να είσαι άπατρις τῇ καρδίᾳ. Η ασυγκινησία. Απαιτεί κάποια ωριμότητα να διαχωρίσεις την πολιτιστική από τη θρησκευτική και από την εθνική σου ταυτότητα. Πόσω μάλλον να αποκτήσεις ταυτότητα απογαλακτισμένη από αυτόν τον αρχαίο τρικέφαλο βραχνά. 

Αυτό το πλοίο έχει σαλπάρει για πολλούς, η דאיקייט.  Το Ισραήλ είναι γεγονός, ξεπήδησε από παλιές αράδες, από τα νύχια των πολιτικών, των διπλωματών και του πιστού λομπίστα, από τα νύχια κάθε ασήμαντου εβραίου που πέρασε κάποιο βράδυ ακούγοντας τις ειδήσεις σε άλλη γλώσσα απ'αυτήν που σκεφτόταν. Όλοι μαζί έπαιξαν με τα εβραίικα ψήγματα που είχαν μείνει από χιλιάδες χρόνια στην πολύπαθη περιοχή σαν να ήταν ψίχουλα στο τραπεζομάντηλο, έπαιξαν με τους μουσουλμάνους, έπαιξαν με τους εβραίους της Διασποράς, έπαιξαν με την ψυχή τους, και κάπως έτσι το Ισραήλ έγινε αιχμή. Ο Γιούσεφ αλ-Χαλίντι, κάποτε δήμαρχος της Ιερουσαλήμ, έγραφε στον Χερτσλ ως αδερφός του. Ο σιωνισμός ήταν ευγενής σκέψη και δίκαιη. Αλλά το να αναστηθούν τα αρχαία φαντάσματα στα πάτρια χώματά τους δε θα ήταν εφικτό παρά μόνο με κανόνια και πολεμικά πλοία. Στα γράμματά του φαίνεται μια απόπειρα να εμπνεύσει σύνεση. Τώρα η Διασπορά έχει άλλο χαρακτήρα, με ένα μαλακό αχυρένιο υπόστρωμα, τη γνώση πως η αλιγιά (και το Ισραήλ) είναι εκεί και σε περιμένει, αρκεί να το θελήσεις. Ο ραββίνος Β. Β. που γεννήθηκε και μεγάλωσε Αμερικάνος στη Βαλτιμόρη, έκανε την αλιγιά και τώρα ζει στο Ισραήλ. Μιλάει γίντις και εβραϊκά, όλα με αμερικάνικη προφορά, κυρίως μιλάει αμερικάνικα αγγλικά. Η κόρη του επιστρατεύτηκε στη Δυτική Όχθη και ο γιος του στη Γάζα. Οι μέρες του ξοδεύονται σε προσευχές για να γυρίσουν τα παιδιά του σπίτι ζωντανά και ιδανικά, ολόκληρα. Ο ραββίνος Β. Β. αισθάνεται και εβραίος και Ισραηλινός. Ζει το όνειρο του Χερτσλ;

Κάτω από όλα τα στρώματα του πολιτισμού και των ιδεών, βρίσκω ξανά και ξανά κατασκευασμένα, ανώφελα παιχνίδια με τις λέξεις. Η πίστη, η θρησκεία, τα ιερά βιβλία, η γλώσσα, το γιάρμουλκε και το χιτζάμπ, τα σύνορα και τα χαρτιά. Όλα τόσο τιποτένια κι όμως τόσο ακριβά, που πληρώνονται με αίμα. Ο άνθρωπος εξαντλεί ενδελεχώς τη δημιουργικότητά του στο να εφευρίσκει τρόπους να φέρει δυστυχία. Ο άνθρωπος είναι πολύ δεινός δημιουργός δυστυχίας. Πράγμα τόσο περίεργο, αφού η ίδια η κλωστή της ζωής είναι πλεγμένη με δυστυχία. Βλέπω με τη διαχρονική εβραίικη ανωτερότητα, κοιτώντας μέσα από άθρησκα μάτια αλλά εβραίικα παρολαυτά. Πιθανώς να είναι αυταπάτη. Δεν αποκλείεται να αγνοώ κάτι σημαντικό μέσα στις έννοιες της αρετής, μέσα στα σύμβολα, στις περούκες των Χασιδίμ, στις μεζουζότ δίπλα στην πόρτα, στα σαζάζιτ, στα κρυμμένα βυζιά, στους ραββίνους, τους παπάδες και τους ιμάμηδες, στην αβασάνιστη παιδοποιία, στους ύμνους και στις προσευχές, στα πολλά πρόσωπα των πολλών μοναδικών θεών, στις πολλές σπάνιες αλήθειες, κάθε μια από τις οποίες είναι ο μόνος δρόμος... αλλά αυτήν την τιμή αρνούμαι να την πληρώσω.

Επιμένω στη דאיקייט. Η φύση μου είναι τέτοια, είμαι παιδί της Διασποράς. Ούτε αλιγιά ούτε γεριντά δεν υπάρχει για μένα. Αλλά αν οι περισσότεροι συμφωνούσαν με τέτοιες προβληματικές απόψεις, η ιστορία θα ήταν κοντή και βαρετή, χωρίς δόξες και ηρωισμούς.


*doikayt

Σκόνταψες, ε και;

 Maybe
there is no love on earth
except the one we imagine

A A S Esber

31.07

Στη μικρή εσωτερική καμπίνα με το εξεταστικό κρεβάτι κάθεται κάποιος που μασάει τα δόντια του. Μια σταγόνα ξένο αίμα στο ντουβαράκι. Η βιδωμένη λάμπα με το βραχίονα που κουμπώνει, το δεμένο καρεκλί, ο μόνιμος θόρυβος του μηχανοστασίου που πνίγει τη φασαρία μέσα στο κρανίο. Τρίβω το μουστάκι, βλέπω τη σκιά μου και τη βάτο πάνω στους ώμους μου στο ντουβαράκι. Ξέχασα τη χτένα στα αποδυτήρια στο λιμάνι, έχω να στρωθώ απ'την Πέμπτη, και είναι Κυριακή, αλλά δε βρισκόμαστε πια στα περασμένα χρόνια εκείνης της σεβάσμιας τυπολατρείας. Ακούω τα δόντια του Πολωνού που τρίβονται και τρίβονται γρέζι προς γρέζι, ακούω τις μηχανές, ακούω την ανάσα μου, τα εργαλεία από τα χέρια μου στο νεφροειδές και πίσω στα χέρια μου, τα δόντια του Πολωνού. Θέλω να δω τσιμέντο. -Θα δούμε όλοι τσιμέντο αύριο. -Παντού τσιμέντο! Οι κήποι και τα γκαζόνια είναι πεταμένα λεφτά. Το τσιμέντο το πλένεις με το πιεστικό μια φορά το χρόνο και έχει καθαρίσει. Ούτε ζωΰφια ούτε λάσπες ούτε μαλακίες. Θέλω να δω τσιμέντο, να σου γαμήσω!

Στη μικρή εσωτερική καμπίνα με το εξεταστικό κρεβάτι. Καμιά σταγόνα ξένο αίμα, έχω κάνει πάστρα. Η βιδωμένη λάμπα με το βραχίονα που κουμπώνει σβηστή, ξημερώνει Δευτέρα, το τσιμέντο έρχεται, αλλά όχι τόσο μπρουταλιστικό ώστε να καυλώσει ο Πολωνός. Σκέφτομαι το Λαρς που τρύπωσε στα ΤΕΠ πριν τρία χρόνια, ρούφηξε όσο νοσοκομειακό οινόπνευμα βρήκε και τα τίναξε στο πάτωμα του διαδρόμου του τμήματος 1. Την περασμένη βδομάδα χτύπησε το αλάρμ για ανακοπή, και όταν έφτασα στο τμήμα 1, είδα μια ξερακιανή γριά που έμοιαζε με μάγισσα πεσμένη στο πάτωμα του διαδρόμου, εκεί που τα είχε τινάξει ο Λαρς. Είχε σκουπίσει το οινόπνευμα από όλους τους γύρω θαλάμους αλλά δεν τα είχε τινάξει ακόμα. Τη διασωλήνωσα απρόθυμα και ανέβηκε στη ΜΕΘ όπου κείτεται με σηψαιμία από πνευμονία εξ εισροφήσεως. Το τι έκανα εγώ και όλοι οι άλλοι εμπλεκόμενοι δεν έχει σημασία. Δεν έχει έρθει η ώρα της. Τα πας πιο καλά με τη μοίρα αν είσαι μοιρολάτρης. Πάνω στο σκοτάδι της νύχτας πέφτει ένα μαύρο πυκνότερο, σέρνεται σαν κουβέρτα, σαν πέπλο. Πάνω στο αχτένιστο κεφάλι μου πέφτει σαν πάχνη η ανάσα του και ραίνει τις τρίχες με τρίμμα από χιόνι. Το κρύο είναι βαρύ σαν αμόνι και με ρίχνει στα γόνατα.

Έξι χρόνια πριν μια καλοκαιρινή Δευτέρα σαν κι αυτήν έπεσε η ίδια πάχνη στο αχτένιστο κεφάλι μου, και εκείνα τα ελαφριά κρύσταλλα από σκόνη κατρακύλησαν στο σβέρκο μου. Περίμενα να αλλάξει ο κόσμος, περίμενα να εξαφανιστώ. Στάθηκα προσοχή, πρόσκοπος με Κόκα Κόλα σφηνωμένη στον καβάλο και γύρω μια αόρατη ομήγυρη γελούσε. Έπειτα ένας χαζός κρότος με έστειλε κάτω στις σκάλες. Όταν έπιασα το κεφάλι και το σβέρκο μου ήταν παγωμένα και σκληρά, σαν να τα είχε τρυπήσει αστροπελέκι φτιαγμένο από χειμώνα. Ήταν η μοίρα που με κλώτσησε στ'αρχίδια, μ'άρπαξε απ'τα μαλλιά και μου'σπρωξε το κεφάλι κάτω. Δεν είναι ώρα καριολάκο. Δεν ήταν ώρα, μα το θέλησα πολύ. H παροδική ισχαιμία με έσπασε στα ευπαθή σημεία. Το οστό αρχίζει να επουλώνεται μαλακό. Ενίοτε περνάνε μήνες ώσπου να γίνει σχεδόν όπως πριν -ποτέ ακριβώς όπως πριν. Η δυστυχία είναι καλό ζουμί, ταιριάζει με το αίμα. Φεύγω, αλλά όχι κυνηγημένος.


https://basslauf.blogspot.com/2017/07/