© 2008 - 2017


-

Archiv

Blogger news

Blogger templates

 

+

Umblättern

Kategorien

 

#36.3

Nach meinem eigenen Wunsch
nehme ich deines Körpers Abschied
meine Flucht, Congé - Congé bennenend
dir nahezustehen das schaff ich fast und schier
noch völlig nicht, völlig nicht
wir schlafen miteinander zu Gebetszwecken deines Gottes, deiner Religion.
Ich bin glaubenslos.
Jämmerlich auch, macht's nichts.

---

Τυλίχτηκε με την κουρτίνα ώσπου απ'το κουρτινόξυλο κρεμόταν ένα κουκούλι έτοιμο να σκάσει η φουντωντή του άκρη μελάνιαζε το λευκό υφαντό, το διήθημα του γλαυκού της μέρας έφτανε για να βλέπω τις σελίδες μιας και το δοξάρι πιο μακρύ και πιο φαρδύ απ'το βιολί με κράταγε στον τοίχο καρφωμένο απ'το λαιμό προσηλωμένο στα βιβλία που είχαν όλα να κάνουν με μένα, με μένα και μ'αυτόν, και μ'όλους τους άλλους που τρία χρόνια φυλάγαμε για πεθαμένους κι άλλα τρία είχαμε σκοπό αυτές είναι ισόβιες σπουδές και μεταθανάτιες τέχνες θεραπευτές και διαγνώστες μα απ'όλες οι πιο μιερές οι χειρουργοί και στην απέναντι πλευρά της στήλης οι ανθερές πουτάνες. Τα εκχυλίσματα των παραστρατημένων σταγόνες λάδι στα μαλλιά και πέρλες διαθλαστικές των βλεφαρίδων, αυτός μελένιος σιγά σιγά όλο και χειρότερα ξεχνώ πώς βρέθηκε παρασυρμένος στη μαγνητική περιδίνηση, διαλύτης αλατόνερο και γύψινος ασβέστης... μα έτσι λειτουργεί η ακολουθία για να ξεφύγω από τις τύψεις όταν φιλώ τα καθαρά του χείλη κι όταν χτυπώ κι όταν ματώνω τ'αγαπημένα μάγουλα από πορσελάνινα σε δυο χεριές δαρμένα κι όταν απ'τα στρατιωτικά κομμένα νύχια μου τσουγκρανίζει η βούρτσα κάτω απ'τη ρεματιά χλωρεξιδίνης λεπτότατο λινό τις απολογίες του και τις δικές μου παραμελημένες κι άδικες, άδικες καταχωνιάρες στα σφαλισμένα πείσματα. Κουβαλάμε τις γαίες για να περπατήσουμε επ'αυτών στους ώμους, η θάλασσα εκρέει από τις βελονότρυπες στα μπράτσα και τα στήθη, πιο λαμπερή πλατίνα ο κάματος. Καημένο πλάσμα, το κοίταγμα του ελαφιού να με στοιχειώνει και να ευλογεί το κλούβιο πρωινό, καημένη αγκαλιά αδράχτι της βρώμας του γιατρού και του μαθητευόμενου, δεμένο ύπουλα ανθρωπινά πώς σ'έφερα απ'τα πυκνά στο ξέφωτο, πώς ατύχησες έτσι, πώς σώθηκα εγώ. Απ'την πληγή μου στο λαιμό παλούκωμα του δοξαριού με βρέχει η απιστία, το φευγαλαίο μάτι κι η αχορτασιά, ζουμί χειρότερο απ'τη λέμφο του καρκινικού διασειρμού. Δεν έχει αυτή η αρρώστεια πρόγνωση πάνω από όλες μου τις μέρες κερασμένες με αρσενικό μπουκιά μπουκιά με γλύκα λατρευτική στον άλλον. Όταν φτάσει η στιγμή και καταφέρω να σταθώ, το κρύο της ακτής νερό θα το'χω ως το γόνυ, πνοές πνοές σα χιόνι ο αέρας του Μαρτίου η λάμα μουλιασμένη θ'αστράψει δυο φορές δως μου σαράντα δευτερόλεπτα καιρό να χάσω τα στηρίγματα και βυθιζόμενος θα ομολογήσω.